Προς το 7ο Συνέδριο του ΕΠΑΜ – Του Δημήτρη Καζάκη
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΖΑΚΗΣ, Ε.ΠΑ.Μ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ, ΡΟΗ 11:20:00 π.μ.
Το ΕΠΑΜ ή θα είναι πατριωτική, δημοκρατική οργάνωση με ρίζες στον ίδιο τον λαό, ή δεν μπορεί να υπάρξει
Το ΕΠΑΜ οφείλει να αποφασίσει: Ή θα είναι πατριωτική, δημοκρατική οργάνωση που απευθύνεται πρωτογενώς στον ίδιο τον λαό, ή δεν μπορεί να υπάρξει…
Του Δημήτρη Καζάκη
Βαδίζοντας προς το 7ο Συνέδριο, οφείλω να ομολογήσω ότι έζησα να δω κι αυτό. Όχι μόνο την μετατροπή μιας πολιτικής αναμέτρησης ριζικά διαφορετικών αντιλήψεων για τις θέσεις και τη δράση του ΕΠΑΜ να μετεξελίσσεται σε «ξεκατίνιασμα» επί του προσωπικού. Αυτό το έζησα πολλές φορές μέσα στο ΕΠΑΜ. Ιδίως από το 2015 κι έπειτα. Και είναι ίδιον πάντα όσων λόγω τραγικού ελλείμματος γνώσεων, επιπέδου, αντίληψης, συγκρότησης και κυρίως αλλότριας πολιτικής ατζέντας, επιδιώκουν να επιβάλουν τις θέσεις και τις επιλογές τους με την ίντριγκα και την προσωπική διαβολή.
Έζησα να δω το πρωτοφανές γεγονός μέλος της Πολιτικής Γραμματείας, ο Φ. Λεπίδας, να εκβιάζει επίσημα και ανοιχτά μέλη του κεντρικού οργάνου, του ΕΣΥΜ, αλλά και τον ίδιο τον Πρόεδρο του ΕΠΑΜ με μηνύσεις, επειδή δεν συντάσσονται με τις λογικές και τις επιδιώξεις του. Φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να εκβιάζει το ΕΠΑΜ με μήνυση για «σύσταση εγκληματικής συμμορίας»!
Σ’ αυτές τις κακουργηματικές ενέργειες ο κ. Λεπίδας βρήκε πολιτική κάλυψη από την ίδια την πρώην Πολιτική Γραμματεία χοροστατούντος του πρώην Γενικού Γραμματέα. Και μάλιστα στο όνομα της δημοκρατίας! Και είναι, πράγματι, η πρώτη και η τελευταία φορά που άκουσα από την εποχή του 6ου Συνεδρίου να απασχολεί την συγκεκριμένη ΠΓ το ζήτημα της δημοκρατίας μέσα στο ΕΠΑΜ.
Το αποτέλεσμα είναι δεκάδες μέλη του ΕΠΑΜ, τόσο στο κεντρικό όργανο, το ΕΣΥΜ, όσο και στις τοπικές οργανώσεις να δέχονται απειλητικά μηνύματα για μηνύσεις, τόσο από τον κ. Λεπίδα, όσο και από άλλους καλοθελητές εντός ΕΠΑΜ. Πρώτη φορά διαπιστώνω μια τόσο οργανωμένη προσπάθεια εκφοβισμού και τρομοκρατίας εναντίον απλών μελών του ΕΠΑΜ. Σημείο των καιρών.
Με στόχο την υπονόμευση της μήνυσης.
Ο λόγος είναι απλός. Αφενός, γιατί παρά τους προσωπικούς εκβιασμούς και τις απειλές με μηνύσεις η πλειοψηφία του ΕΣΥΜ έκανε το καθήκον της και απέδωσε τις ευθύνες για όλη την κατάσταση εκεί και σε όποιον έπρεπε, αποφασίζοντας επίσης να πάμε σε Συνέδριο ώστε να αποφασίσουν τα ίδια τα μέλη του ΕΠΑΜ για την πολιτική κατάσταση του Μετώπου. Κι αφετέρου για να αναχαιτιστεί η λαϊκή απήχηση όχι μόνο των προταγμάτων, αλλά κυρίως της μήνυσης επί Εσχάτης Προδοσίας του ΕΠΑΜ.
Ο κ. Λεπίδας εξαρχής υπήρξε όσο κανείς άλλος, εντός και εκτός ΕΠΑΜ, πολέμιος της μήνυσης επί Εσχάτη Προδοσία. Από την πρώτη κιόλας στιγμή. Και εξέφρασε μέσα στο ΕΠΑΜ την διαχωριστική γραμμή επί του ζητήματος αυτού, που έχει εν πολλοίς ταξικό πρόσημο.
Όσοι νιώθουν ότι έχουν να χάσουν από το γεγονός ότι υπήρξαν είτε παραμένουν κρατικοδίαιτοι, είχαν ή έχουν επαγγελματικά πάρε-δώσε με το κατοχικό κράτος και το ξεπουλημένο πολιτικό σύστημα, αντιτάχθηκαν στη μήνυση επί Εσχάτης Προδοσίας. Ο φόβος της έκθεσης σε πιθανά αντίποινα από το καθεστώς, τους έκανε να πνέουν τα μένεα εναντίον όσων υποστηρίζουν τη μήνυση ως ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής συνέπειας και αξιοπιστίας του ΕΠΑΜ.
Έστω κι αν όλοι, μηδενός εξαιρουμένου, υπερψήφισαν την κατάθεση της μήνυσης στο 6ο Συνέδριο. Μάλλον για να μην βρεθούν οι ελάχιστοι που δεν την ήθελαν σε αντίθεση με την συντριπτική πλειοψηφία των συνέδρων που όχι μόνο συμφωνούσε, αλλά και την αγκάλιασε στην πράξη. Ιδίως από την στιγμή που εποφθαλμιούσαν μια θέση στο κεντρικό όργανο.
Βλέπετε, με τη μήνυση ξεχωρίζει η ήρα από το στάρι. Ξεχωρίζει αυτός που είναι στα λόγια και μόνο στα λόγια αντιμνημονιακός, ή θέλει να εμφανίζεται δήθεν δημοκράτης, πατριώτης, από αυτόν που δεν είναι μόνο στα λόγια, αλλά και στην πράξη. Να γιατί κανένας, μα κανένας – με εξαίρεση το Κίνημα Άμεσης Δημοκρατίας – σε επίπεδο οργανώσεων δεν αποδέχθηκε να συμμετάσχει και να στηρίξει τη μήνυση.
Ο λόγος είναι απλός. Θέλουν όλοι τους να είναι ανοιχτοί σε προσφορές «συνεργασίας» με στόχο την είσοδο στο κοινοβούλιο, είτε από εκείνους που μέχρι χθες ψήφιζαν μνημόνια και αύριο ίσως εμφανιστούν ξανά ως αντιμνημονιακοί. Είτε σήμερα αυτολανσάρονται ως αντιμνημονιακοί, αλλά επ’ ουδενί δεν θέλουν να θέσουν ως θεμέλιο λίθο της πολιτικής τους την ακυρότητα λόγω καταπάτησης του Συντάγματος όλων των μνημονιακών και δανειακών συμβάσεων. Πώς αλλιώς οι σημερινοί αντιμνημονιακοί θα συμβάλουν στα αυριανά μνημόνια;
Χώρια το γεγονός πώς όπως διαπιστώσαμε υπάρχουν ακόμη και σήμερα πολλοί, οι πλείστοι, που πιστεύουν ότι όλα είναι νόμιμα και πώς θα πρέπει να τιμήσουμε την υπογραφή στις συμβάσεις των μνημονίων και των δανείων από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό. Αυτό δήλωσε ευθαρσώς ο κ. Λαφαζάνης στο κλιμάκιο του ΕΠΑΜ, που τον επισκέφτηκε πριν την κατάθεση της μήνυσης προκειμένου να του ζητήσει να εξετάσει τη δυνατότητα συμμετοχής της ΛΑΕ.
Όταν αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων ότι μόνο το ΕΠΑΜ έχει τη δύναμη, τη συνέπεια λόγων και πράξεων, αλλά και την αποφασιστικότητα να αψηφήσει απειλές και πιθανά αντίποινα από το καθεστώς ώστε να καταθέσει τη μήνυση επί Εσχάτη Προδοσία, τότε ξέσπασε και ο εσωτερικός πόλεμος δολιοφθοράς και μέσα στο ΕΠΑΜ. Στην αρχή εκδηλώθηκε με κωλυσιεργία, εγκατάλειψη της μήνυσης δια της διολίσθησης, κοκ. Με αποκορύφωμα την εκστρατεία εκφοβισμού με μηνύσεις του κ. Λεπίδα υπό την κάλυψη του Γενικού Γραμματέα και ορισμένων μελών της Πολιτικής Γραμματείας.
Κι επειδή κανένας απ’ όσους διαφωνούσαν τόσο με την μήνυση, όσο και με τις θέσεις που υιοθέτησα προσωπικά ως Πρόεδρος του ΕΠΑΜ, αλλά και η συντριπτική πλειοψηφία των οργανώσεων και των μελών του Μετώπου σ’ όλο το προηγούμενο διάστημα, δεν δέχθηκε να γίνει ανοιχτός διάλογος με αναμέτρηση επιχειρημάτων ώστε όλα τα μέλη των οργάνων, αλλά και των τοπικών οργανώσεων να γνωρίζουν επακριβώς τι πρεσβεύει ο καθένας και να κρίνουν, ξεκίνησε εδώ και μήνες μια εκστρατεία κακοήθειας και διαβολής, η οποία κατανάλωσε το μέγιστο του διαθέσιμου χρόνου των υπευθύνων της Πολιτικής Γραμματείας. Ελλείψει επιχειρημάτων, γνώσης και πολιτικής επάρκειας, οι συγκεκριμένοι αρκέστηκαν στο γνωστό από παλιά άθλημα του κουτσομπολιού και της παρασκηνιακής ψευδολογίας.
Βλέπετε όλοι γνωρίζουν ότι στα θολά νερά πάντα ψαρεύεις χάνους. Υπάρχουν δηλαδή πάντα εκείνοι που, για να μην πω αρέσκονται, τουλάχιστον είναι επιρρεπείς στο κουτσομπολιό για να διαμορφώσουν άποψη, αντί να βάλουν να δουλέψει το μυαλό τους, να ψάξουν όλες τις πλευρές της υπόθεσης, να κρίνουν με βάση τα δεδομένα κι όχι τις διαδιδόμενες φήμες. Βρίσκουν πάντα πολύ πιο εύκολο να αποδεχθούν τις κακοήθειες κάθε καλοθελητή, ιδίως όταν φέρει αξίωμα, ή έρχεται ως φίλος στα μάτια του ανόητου, οι οποίες εκτοξεύονται πάντα πίσω από την πλάτη, ερήμην και εν αγνοία όσων διαβάλλονται.
Ποτέ μου δεν κατάλαβα και δεν ανέχθηκα τους ανθρώπους που αποδέχονται όχι μόνο να διαβάλλονται άλλοι μπροστά τους, αλλά διαμορφώνουν άποψη με αυτόν τον τρόπο. Ίσως να μην υπάρχει τίποτε πιο αναξιοπρεπές απ’ αυτό.
Αν σ’ αυτό προστεθεί και η ακατανίκητη μικροαστική βλακεία μέσα στην οποία παραδέρνουν αρκετοί, τότε είναι εύκολα κατανοητό γιατί βρίσκονται πάντα κάποιοι να πιστέψουν ακόμη και το μεγαλύτερο ψέμα, τη χειρότερη λάσπη, την πιο εξόφθαλμη συκοφαντία. Κι όχι μόνο να πιστέψουν, αλλά και να κρίνουν με βάση τις κακοήθειες και τα ψεύδη, αντί να ψάξουν για έγκυρη πρωτογενή πληροφόρηση από όλες τις πλευρές. Είναι άλλωστε πάντα μια καλή δικαιολογία για την αδράνεια, την ανοησία και την ηλιθιότητα.
Βλέπετε, είναι τρομερά δύσκολο έως ακατόρθωτο να διδάξει κανείς αξιοπρέπεια σ’ αυτόν που δεν έχει. Και ανατροφή σ’ αυτόν που δεν απέκτησε ποτέ. Ιδίως όταν είναι και μιας κάποιας ηλικίας. You cannot teach an old dog new tricks, όπως λένε και οι αγγλοσάξονες.
Ευτυχώς, κάθε φορά είναι λίγοι όλοι αυτοί και δεν μπορούν να βλάψουν το Μέτωπο με τις αποχωρήσεις τους. Αντίθετα, διευκολύνουν το έργο ανοίγματος μιας οργάνωσης σαν το ΕΠΑΜ, διότι έτσι ξεκαθαρίζουν οι γραμμές του από τους ευκολόπιστους, τους «μαλθακούς» κατά Αριστοτέλη, τους πολλαπλά περίεργους και φυσικά όσους εντάχθηκαν στο Μέτωπο όχι για να αγωνιστούν ασυμβίβαστα για την πατρίδα και τη δημοκρατία, αλλά για χιλιάδες άλλους προσωπικούς λόγους. Αυτό το είδος των μελών καλά κάνει και αποχωρεί προκειμένου να συνταχθούν με το Μέτωπο άλλες περισσότερες και καλύτερες δυνάμεις, πιο αυθεντικές και πιο αποφασισμένες για τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.
Έτσι γινόταν ανέκαθεν με όλες τις λαϊκές ανατρεπτικές ή επαναστατικές οργανώσεις από την εποχή της Φιλικής Εταιρείας. Το ίδιο γινόταν πάντα όλα αυτά τα χρόνια και με το ΕΠΑΜ. Σε κάθε καμπή βρίσκονταν πάντα κάποιοι στο εσωτερικό του να βάζουν στοίχημα τη διάλυση του ΕΠΑΜ και άλλοι που αδυνατούσαν λόγω μειωμένης πολιτικής αντίληψης να αντιληφθούν προς τι γίνεται όλη η φασαρία. Κι όταν τα πράγματα έφταναν στα άκρα και έπρεπε να αποφασίσουμε ποιόν δρόμο πρέπει να ακολουθήσουμε, τότε αποχωρούσαν και οι δυο μαζί χεράκι-χεράκι με κατάρες για το Μέτωπο.
Όσοι μάλιστα έχαναν το στοίχημα κυριολεκτικά σκύλιαζαν, λύσσαγαν και μετατρέπονταν στους πιο εμετικούς πολέμιους του Μετώπου. Ενώ οι αποδέλοιποι, εκείνοι που δεν μπορούσαν τις φασαρίες, απλά έβρισκαν την ευκαιρία να ξαναγυρίσουν στη θαλπωρή του μόνου αληθινού έρωτα της ζωής τους, στην ιδιωτία του καναπέ. Απόλυτα φυσιολογικό.
Το μόνο που πετύχαιναν πάντα είναι κάτι το αυτονόητο για μια οργάνωση σαν το ΕΠΑΜ. Όσοι αποχωρούσαν, δημιουργούσαν απλά χώρο για άλλους, περισσότερους, ακόμη καλύτερους και πιο αποφασισμένους αγωνιστές. Έτσι μόνο μπορεί να εξασφαλίσει την εσωτερική της υγεία μια οργάνωση που θέλει να αντλεί αγωνιστές απευθείας από τον λαό κι όχι από τα ιδεολογικά κρεματόρια και το περιθώριο. Αν σταματήσει αυτή η λειτουργία της ανακύκλωσης δυνάμεων στις γραμμές του Μετώπου, τότε θα σημάνει η νεκρώσιμη καμπάνα για το ΕΠΑΜ.
Γι’ αυτό και το Μέτωπο άντεξε όσο κανένα άλλο μόρφωμα, σχήμα, ή κόμμα του λεγόμενου αντιμνημονιακού τόξου, αναπτύχθηκε και εξακολουθεί να απλώνει την επιρροή του μέσα στην κοινωνία. Εξοργίζοντας όσους εντός και εκτός ΕΠΑΜ θέλησαν κατά καιρούς να αναχαιτίσουν την πορεία του Μετώπου, να το διαλύσουν, να το μετατρέψουν σε απλή «σφραγίδα», ή σε μια ακόμη παραλλαγή όλων των άλλων. Με αποτέλεσμα όλες αυτές οι κυρίες και οι κύριοι που κατά καιρούς το επιχείρησαν να βρίσκονται σήμερα στη μάντρα με τα λοιπά υλικά κατεδάφισης από παρωχημένες ιδεολογίες και σχήματα χωρίς αντίκρισμα στην κοινωνία.
Κι αυτό ακριβώς είναι το μεγάλο στοίχημα της πορείας προς το 7ο Συνέδριο. Από αυτό θα κριθεί η συνέχεια και η ανάπτυξη του ΕΠΑΜ. Από αυτό θα φανεί η δύναμη και η δυνατότητα επίτευξης του στόχου της μοναδικής λαϊκής εθνικοαπελευθερωτικής, αντικατοχικής δύναμης σήμερα στην Ελλάδα.
Ο πολιτικός διχασμός στο ΕΠΑΜ
Ποια είναι η βαθύτερη αιτία του πολιτικού διχασμού που έχει εκδηλωθεί μέσα στο ΕΠΑΜ; Το γεγονός ότι το επίσημο ΕΠΑΜ έπαψε να ασκεί πολιτική υπέρ του λαού και της πατρίδας.
Όλο τον προηγούμενο χρόνο αγόταν και φερόταν ανάλογα με τη συγκυρία. Η επίσημη πολιτική του περιορίστηκε σε κάποιες δειλές ανακοινώσεις εν είδη πολιτικής αγγαρείας, οι οποίες στην καλύτερη περίπτωση τσαλαβουτούσαν στις δικές μου τοποθετήσεις και αναλύσεις.
Δεν ανέδειξε τα κυρίαρχα διλήμματα και τις διαχωριστικές γραμμές της συγκυρίας. Κι ούτε ξεκαθάρισε σε κάθε μεγάλο ζήτημα το ποιος-ποιον, πού βρίσκεται η διαχωριστική γραμμή. Δεν πάλεψε, ούτε ζύμωσε τις θέσεις του μέσα στο λαό με πρωτοπόρες αναλύσεις, βαθύτερες επεξεργασίες, ανοιχτή πολεμική προς όλες τις κατευθύνσεις, κινητοποίηση όλου του δυναμικού και των οργανώσεών του, αλλά και με πολιτικές πρωτοβουλίες για μεγάλα ακροατήρια.
Δεν λέω ότι δεν υπήρξαν σημαντικές παρεμβάσεις και αναλύσεις μελών του ΕΠΑΜ στα συγκεκριμένα ζητήματα που απασχόλησαν την πολιτική και την κοινωνία στην Ελλάδα. Μόνο που ήταν αποσπασματικές, μεμονωμένες, μιας και δεν έγινε κανενός είδους προσπάθεια να γίνουν κτήμα του επίσημου ΕΠΑΜ.
Κι όχι μόνο αυτό. Φτάσαμε στο σημείο να αντιμετωπίζονται οι όποιες σοβαρές αναλύσεις της κατάστασης με μεγάλη καχυποψία κάθε φορά που ξεπερνούσαν την διατεταγμένη μετριότητα και έθιγαν την ασχετοσύνη, την ανεπάρκεια και την πολιτική αδιαφορία των «πρωτοκλασάτων» του ΕΠΑΜ.
Όποια ζωντανή, μαχόμενη, αγωνιώσα και πρωτοπόρα σκέψη δεν μπορούσε να πνίξει η καχυποψία, αναλάμβανε η κακοήθεια και η διαβολή. Καταντήσαμε την πολιτική του ΕΠΑΜ να μην την αποφασίζει η αντιπαράθεση και η ζύμωση επιχειρημάτων εντός και εκτός της οργάνωσης, αλλά το αξίωμα, ο θώκος. Και το αξίωμα γίνεται ολοένα και πιο απολυταρχικό, πιο αδίστακτο και πιο ελεεινό, όσο πιο αστοιχείωτος είναι ο κάτοχός του, όσο πιο αδύναμος αισθάνεται να συμβάλει έστω και με ένα «και» στις πολιτικές θέσεις και τον βαθύτερο προβληματισμό της οργάνωσης, αλλά και της κοινωνίας.
Το αποτέλεσμα ήταν το αναμενόμενο. Οι πιο ασήμαντοι στη θεωρία και οι πιο ανίκανοι στην πράξη διεκδίκησαν τα πρωτεία λόγω θώκου και αξιώματος, ώστε να επιβάλουν την δικτατορία του τίποτα πάνω σ’ όλους του συναγωνιστές τους. Από τον Πρόεδρο έως το τελευταίο μέλος του ΕΠΑΜ. Έστω κι αν αυτό το τίποτα όλο και περισσότερο πλησίαζε το μηδέν της κλίμακας Κέλβιν. Το πιο απόλυτο μηδέν που γνωρίζει η φύση.
Το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν η προσωπική τους προβολή. Κοινώς η μόστρα. Αδιαφορώντας για το γεγονός ότι δεν είχαν απολύτως τίποτε να προσθέσουν στον προβληματισμό του κόσμου στον οποίο απευθύνονταν. Ούτε ήταν σε θέση να προασπίσουν με επάρκεια ακόμη και τις θέσεις που επίσημα φαινόταν το ΕΠΑΜ να υιοθετεί με τις ανακοινώσεις του.
Κι όπως είναι φυσικό, όταν κάποιος δεν έχει συναίσθηση της τραγικής του ανεπάρκειας, όταν τρώει τα μούτρα του ξανά και ξανά, όταν γελοιοποιείται μπροστά σε ακροατήρια, αλλά δεν το αντιλαμβάνεται γιατί ξέρει να μιλάει μόνο για να αυτοθαυμάζεται, αλλά και για να τον θαυμάζουν οι αδαείς και οι κατά συνθήκη τραμπάκουλες, τι κάνει; Αγωνίζεται να κρατηθεί στο θώκο και το αξίωμα, προκειμένου να φαντάζει σπουδαίος. Μόνο και μόνο για να ανακαλύψει ξαφνικά ότι ο Καζάκης, που έγλυφε μέχρι εκείνη τη στιγμή με την ποταπότητα ενός αυλοκόλακα της εποχής του μεσαίωνα, δεν είναι παρά ένας παρανοϊκός, σχιζοφρενής χωρίς πτυχίο, ιδρυτής εγκληματικής συμμορίας κι ένα σωρό άλλα που γεννά ο διαταραγμένος ψυχισμός του.
Το έργο το έχουμε δει κατ’ επανάληψη πολλές φορές μέσα στο ΕΠΑΜ. Οι χθεσινοί αυλοκόλακες να είναι οι αυριανοί εμετικοί πολέμιοι, γιατί αυτός που έγλυφαν μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν δέχθηκε να τους κουβαλά άλλο στην πλάτη του για να κάνουν τα δικά τους. Κι αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό ειδικά για όποιον έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, αλλά είναι παντελώς ανίκανος, ακόμη και οργασμικά, να το αποδείξει στην πράξη. Στην πράξη, όπου όλα κρίνονται. Στην άτιμη πράξη που κρίνει τα αληθινά «πτυχία» του καθενός με βάση τις συνεισφορές του με όρους σκέψης και δράσης στα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν τη χώρα και το λαό της.
Σε τέτοιες ακριβώς συμπεριφορές εδράζεται και η ψυχολογία του ναζισμού, όπως διορατικά ανέλυσε ο Βίλχελμ Ράιχ.
Κι όλα αυτά γιατί; Διότι αμέσως μετά το 6ο Συνέδριο εκδηλώθηκε μια ριζική διαφορά απόψεων. Αφενός είχαμε το δικό μου πολιτικό λόγο και τις θέσεις που υιοθετούσα δημόσια ανάλογα με τη συγκυρία και αφετέρου είχαμε την πλήρη αποπολιτικοποίηση του επίσημου ΕΠΑΜ με ευθύνη της τότε Πολιτικής Γραμματείας.
Ο πολιτικός λόγος του κεντρικού οργάνου κατέστη ανύπαρκτος. Εκτός από κάποιες ανακοινώσεις που, όπως είπαμε, στην καλύτερη περίπτωση τσαλαβουτούσαν στις δικές μου αναλύσεις. Η Πολιτική Γραμματεία αρνήθηκε πεισματικά να πολιτικοποιήσει τη δουλειά της και να εκπονήσει ένα σαφές πολιτικό σχέδιο ανάδειξης των θέσεων του ΕΠΑΜ για τα μεγάλα ζητήματα της περιόδου.
Η πολιτική δουλειά του Μετώπου αφέθηκε κυριολεκτικά έρμαιο της τύχης και της πρωτοβουλίας των απλών μελών του ΕΠΑΜ και των τοπικών του οργανώσεων. Το κεντρικό όργανο ήταν και παρέμεινε ως το τέλος απών. Το μόνο που το ενδιέφερε ήταν το πώς θα προωθηθούν οι «εκλεκτοί». Για το τι «τούβλα» ξεστόμιζαν οι «εκλεκτοί» όταν σπανίως έφταναν στο πολιτικό δια ταύτα, ούτε που απασχόλησε κανέναν υπεύθυνο.
Η μόνη πολιτική δράση του επίσημου ΕΠΑΜ κεντρικά ήταν όλο το προηγούμενο διάστημα να τρέχει πίσω από τις εξελίξεις. Να άγεται και να φέρεται από άλλες δυνάμεις και σκοπιμότητες, που δεν έχουν να κάνουν στο παραμικρό με την εξ ιδρύσεως αποστολή του Μετώπου, αλλά και την προώθηση των θέσεων του.
Ως μέλος του ΕΠΑΜ, ομολογώ ότι δεν γνωρίζω ποιες είναι οι θέσεις του Μετώπου για όλα τα μεγάλα ζητήματα του τελευταίου χρόνου. Κι ας μην δείξει κανείς τις λιγοστές πολιτικές ανακοινώσεις της ΠΓ. Δεν υιοθετεί έτσι θέσεις ένας πολιτικός σχηματισμός σαν το ΕΠΑΜ. Η πολιτική ανακοίνωση όταν δεν συνοδεύεται από κεντρικές πολιτικές πρωτοβουλίες, κινήσεις ανάδειξης του ζητήματος, ζυμώσεις και αναμετρήσεις με αντίπαλες και εχθρικές λογικές, δεν σηματοδοτεί υιοθέτηση θέσης, αλλά άλλοθι πολιτικής αδιαφορίας.
Το μόνο που ξέρω είναι οι θέσεις που υιοθέτησα, ζύμωσα και πάλεψα εγώ προσωπικά, μαζί και κάμποσα άλλα μέλη του Μετώπου, με συνεχή αρθρογραφία, αναλύσεις, ομιλίες, παρεμβάσεις, κοκ. Ποιες θέσεις υιοθέτησε, ζύμωσε και πάλεψε μέσα στην κοινωνία το επίσημο ΕΠΑΜ; Καμία απολύτως.
Και μ’ αυτή την τοποθέτηση θέλω να είμαι επιεικής. Διότι αν πιάσει κανείς επί της ουσίας τις δημόσιες τοποθετήσεις των «πρωτοκλασάτων» του κεντρικού οργάνου, τότε οφείλουμε να μιλήσουμε – αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς – για μαύρα χάλια. Τσαλαβουτήματα στα αβαθή, χωρίς γνώση για τα καίρια ζητήματα και αναλύσεις επιεικώς της ευκολίας. Πολιτικός λόγος του χειρίστου είδους, που μπορεί να ταιριάζει σε άλλους χώρους και να ηχεί οικείος για όποιον έχει ζήσει το σύστημα ΠΑΣΟΚ, αλλά υποτιμά όσο τίποτε άλλο το ΕΠΑΜ και την πολιτική δουλειά που έχει κάνει μέσα στην κοινωνία χρόνια τώρα. Κι αυτό γιατί δεν απαντά σε τίποτε συγκεκριμένα και δεν μπορεί να πείσει κανένα σκεπτόμενο πολίτη.
Ποιόν βολεύει ένα τέτοιο επίσημο ΕΠΑΜ; Κανέναν άλλον εκτός από εκείνον που προσποιείται τον αγωνιστή, που αδιαφορεί, ή αδυνατεί να καταλάβει τους στόχους, τα προτάγματα και τους όρους του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Κι αυτός που προσποιείται τον αγωνιστή έχει φτάσει πια στα έσχατα όριά του. Δεν έχει που να κρυφτεί. Το ΕΠΑΜ πλέον είναι η μοναδική δύναμη με καθαρά δημοκρατικό και πατριωτικό λόγο ενάντια στο καθεστώς κατοχής.
Κι έτσι για όσους προσποιούνταν τους αγωνιστές, έφτασε ο κόμπος στο χτένι. Όσο το ΕΠΑΜ βρισκόταν εν μέσω ενός ευρύτερου αντιμνημονιακού χυλού, έχει καλώς. Τώρα που έχει μείνει μόνο του και πρέπει τα λόγια να γίνουν πράξεις, είναι καιρός να κοιτάξει ο καθένας την πάρτη του.
Το να προσποιείται κανείς πια τον ακατάβλητο αγωνιστή για την πατρίδα και τη δημοκρατία, όχι μόνο στα λόγια, αλλά και στην πράξη, έχοντας να αντιμετωπίσει σχεδόν μόνος του ένα ολόκληρο καθεστώς, έχει καταντήσει επικίνδυνο για το προσωπικό συμφέρον. Κι αυτό αλλάζει τα πράγματα για όποιον βάζει την προσωπική του ιδιοτέλεια, όσο μικρή κι αν είναι, πάνω και πέρα απ’ όλα τ’ άλλα.
Άσε που ο κόσμος φαντάζει παραιτημένος, ανήμπορος να κάνει κάτι και να πλαισιώσει όσους αγωνίζονται με αληθινή αυταπάρνηση για την πατρίδα και τη δημοκρατία. Εγώ θα βγάλω το φίδι από την τρύπα, σου λέει όποιος αρέσκεται στις προσποιήσεις. Ήρθε η ώρα λοιπόν να την κάνει με ελαφρά πηδηματάκια.
Ο λόγος πάντα είναι απλός. Ο λαός μας το δείχνει με το πολύ χαρακτηριστικό τρίψιμο του δείχτη με τον αντίχειρα του χεριού. Το υλικό συμφέρον. Και η ζωή έχει διδάξει ότι πίσω από κάθε οβιδιακή μεταμόρφωση υπάρχει πάντα το υλικό συμφέρον. Πάντα. Ακόμη κι όταν αδυνατεί κάποιος, ή δεν θέλει να το παραδεχθεί.
Και το υλικό συμφέρον δεν είναι απαραίτητο να εκφράζεται πάντα με την εξαγορά δια χρήματος. Στις μέρες μας αρκεί και μόνο ένα μεροκάματο ή μια σύνταξη για να πουληθεί όποιος δεν έχει την πρέπουσα συνείδηση. Πόσο μάλλον όταν νιώθει ότι διακινδυνεύει άδικα, χωρίς νόημα, δίχως να πιστεύει ότι είναι εφικτά όσα λέει και πρεσβεύει το ΕΠΑΜ.
Κι αυτό ακριβώς υπήρξε το επίδικο ζήτημα της πολιτικής και οργανωτικής ανάπτυξης του ΕΠΑΜ από τον πρώτο μήνα μετά το Συνέδριο. Η Πολιτική Γραμματεία που συγκροτήθηκε τότε, είχε χάσει την εμπιστοσύνη της στον κόσμο και στις δυνατότητες του ΕΠΑΜ να διεκδικήσει τα προτάγματα του.
Από τον πρώτο κιόλας μήνα της νέας Πολιτικής Γραμματείας μετά το 6ο Συνέδριο άρχισαν να κυριαρχούν θεωρίες, ότι όλοι μέσα στο Μέτωπο είναι απογοητευμένοι και παραιτημένοι γιατί ο κόσμος δεν μπορεί να πειστεί από τα προτάγματα, από το εθνικό νόμισμα, από την ακύρωση του χρέους, κοκ. Από τον πρώτο κιόλας μήνα άκουγα και ξανάκουγα αυτές τις θεωρίες.
Κι επειδή ο κόσμος δεν πείθεται, το ΕΠΑΜ πρέπει να αλλάξει. Να γίνει περισσότερο σαν τους άλλους αντιμνημονιακούς. Να στρογγυλέψει αυτά που λέει, να έχει πιο ασαφή και πιο αποστασιοποιημένο λόγο ώστε να μην τρομάζει τον κόσμο.
Η μόνη πολιτική που απέμεινε περιορίστηκε στο γνωστό από αρχαιοτάτων χρόνων ρητό κάθε συνειδητής τροτέζας: έτσι το προτιμά ο κόσμος! Κι εμείς σαν τροτέζες της πολιτικής δεν μπορούμε διαφορετικά παρά μόνο κατά πώς το προτιμά ο κόσμος.
Με τον τρόπο αυτό το ΕΠΑΜ θα γίνει αρεστό στους πολλούς, θα ανοίξουν οι πόρτες της τηλεόρασης και της προβολής, αλλά και θα βρει τις κατάλληλες συνεργασίες προκειμένου να μπει στη Βουλή.
Το ΕΠΑΜ δεν χρειάζεται πια αγωνιστές, αλλά ψηφαλάκια. Και για να πετύχει πρέπει να κάνει ότι έκανε ο Λεβέντης και μπήκε στη Βουλή, ή ότι έκανε ο Θεοδωράκης του Ποταμιού. Είναι τα παραδείγματα που μου έδιναν για να με πείσουν ως προς την ορθότητα της πολιτικής τους. Άσε που έτσι θα βρεθούν και οι κατάλληλοι χρηματοδότες για να μην έχουμε ανάγκη το υστέρημα και τον οβολό του απλού μέλους και φίλου του Μετώπου.
Αυτή ήταν η «γραμμή» της πλειοψηφίας της Πολιτικής Γραμματείας από τον πρώτο κιόλας μήνα μετά το 6ο Συνέδριο. Αλλά επειδή στις οργανώσεις του ΕΠΑΜ έχουμε τρελούς, που νομίζουν ότι τα προτάγματα είναι εφικτά και θεωρούν ότι μόνο με αληθινό ανένδοτο αγώνα μέσα στην κοινωνία μπορούμε να ανατρέψουμε το καθεστώς, καλό είναι να απομονωθούν και να οδηγηθούν στην αδράνεια και την παραίτηση.
Στο κάτω-κάτω της γραφής δεν μπορούμε όλοι μαζί να παίρνουμε τις αποφάσεις. Πού ξέρει ο κάθε παλαβός μέσα στο ΕΠΑΜ, αυτά που ξέρουμε μόνο εμείς, οι εκλεκτοί, οι αξιωματούχοι, οι αρχηγοί. Αν είναι δυνατόν να αποφασίζει ο πάσα ένας, πώς και με ποιους θα πρέπει να πολιτευθεί το ΕΠΑΜ. Αυτά είναι μόνο για τα υψηλά κλιμάκια.
Κι ενώ όλα αυτά λέγονταν, υιοθετούνταν και εφαρμόζονταν από τους επικεφαλής της Πολιτικής Γραμματείας από τον πρώτο κιόλας μήνα μετά το 6ο Συνέδριο, ερήμην των οργανώσεων του ΕΠΑΜ, αλλά και του ίδιου του κεντρικού οργάνου, όσοι από εμάς διαφωνούσαμε ριζικά επιμέναμε ότι όλα αυτά θα πρέπει να συζητηθούν ανοιχτά ώστε να φανούν ξεκάθαρα οι ριζικές διαφορές και να αφήσουμε να αποφασίσει το απλό μέλος.
Διαφορές, ποιες διαφορές; Δεν υπάρχουν διαφορές και μάλιστα ριζικές, ισχυρίζονταν όσοι μετάλλασσαν το ΕΠΑΜ σε παιδική χαρά για τον ηλίθιο και τον τυχοδιώκτη.
Οι διαρκείς ενστάσεις οι δικές μου, αλλά και άλλων, πετάχτηκαν στο καλάθι των αχρήστων. Αντί για διάλογο, εισπράξαμε – κι εγώ περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο – αποκλεισμό από κάθε λογής ενημέρωση για τις κινήσεις του ΕΠΑΜ. Γίνονταν διαρκώς επαφές για «συνεργασία» με κάθε λογής δυνάμεις και προσωπικότητες, χωρίς αρχές, χωρίς προαπαιτούμενα, χωρίς πολιτικό δια ταύτα, με γνώμονα μόνο την εκλογική σύμπραξη. Και φυσικά μακριά από τα βλέμματα και τα αυτιά του κόσμου.
Για όλες αυτές τις παρασκηνιακές κινήσεις η Πολιτική Γραμματεία δεν ζήτησε ούτε μια φορά τη γνώμη και την κρίση ούτε του Προέδρου, ούτε του ΕΣΥΜ, αλλά ούτε και των οργανώσεων. Ούτε καν όλα τα μέλη της Πολιτικής Γραμματείας γνώριζαν και γνωρίζουν τις κινήσεις αυτές και τι στ’ αλήθεια συζητήθηκε. Εκτός από αυτά που ανέφεραν οι πατρίκιοι μεταξύ τυρού και αχλαδιού ως δήθεν ενημέρωση προς τους πληβείους.
Κι ο λόγος είναι απλός. Ήταν προφανές από τον πρώτο κιόλας μήνα ότι ορισμένοι της Πολιτικής Γραμματείας με πρώτο τον πρώην Γενικό Γραμματέα προβάριζαν κουστουμάκια για βουλευτές. Κι αυτό δεν ήταν απλά μια φιλοδοξία, αλλά η αποζημίωση, η ανταμοιβή για τα χρόνια που θεωρούν ότι έχασαν στο ΕΠΑΜ προσποιούμενοι τους αγωνιστές, αλλά και για όσα θεωρούν ότι έχουν προσφέρει στο Μέτωπο.
Από κοντά κι ο κατιμάς. Όλο αυτό το σμάρι ηλιθίων, που νομίζει ότι επειδή επιλέχθηκε για μέλος της Πολιτικής Γραμματείας, για περιφερειάρχης, τοπάρχης, ή δεν ξέρω τι άλλο, είναι ανώτερο είδος από όλους τους άλλους. Κι επομένως οφείλει πίστη όχι στο ΕΠΑΜ, αλλά σ’ αυτόν που τον επέλεξε, ή τον διόρισε.
Είναι όλο αυτό το σμάρι των ανίκανων ακόμη και για την πιο στοιχειώδη πολιτική δουλειά, που θεωρεί όμως ότι έχει πιάσει τον τράγο από τα κέρατα. Είναι όλοι αυτοί που τόσα χρόνια αποδείχθηκαν ανεπίδεκτοι μαθήσεως, ενώ το μόνο που έμαθαν είναι να παπαγαλίζουν συνθήματα, αλλά θεωρούν ότι το Μέτωπο τους χρωστά και χάρη από πάνω. Και καθώς είναι τόσο ανίκανοι να σκεφτούν πολιτικά, αρκούνται στο ξεκατίνιασμα με βάση τα προσωπικά τους νιτερέσα, τις ιδιοτροπίες και τις προσωπικές τους σχέσεις.
Άσε που ποτέ δεν ξέρεις. Άμα βγουν οι αρχηγίσκοι βουλευτές, όλο και θα με βολέψουν και μένα τον ηλίθιο. Τσάμπα έτρεχα για δαύτους και για το ΕΠΑΜ τόσα χρόνια; Κι αν δεν το κάνουν, τότε να δεις τι έχουν να πάθουν. Όπως χυδαία τους εκθείαζα, έτσι χυδαία θα τους βρίζω. Παλιά μου τέχνη κόσκινο. Έτσι σκέφτεται και δρα ο μικροαστικός κατιμάς.
Το αποτέλεσμα; Το ζήσαμε επί έναν ολόκληρο χρόνο.
Πλήρης πολιτική απραξία σε κεντρικό επίπεδο.
Είναι αυτό το ΕΠΑΜ για το οποίο πασχίσαμε όλοι μας; Είναι ένα τέτοιο ΕΠΑΜ ικανό να προσελκύσει και να οργανώσει τον κόσμο που όλο και πιο μαζικά υιοθετεί τις θέσεις του; Είναι ένα τέτοιο ΕΠΑΜ ικανό να κρατήσει τους φίλους και τα μέλη του; Ιδίως εκείνους που διαθέτουν αυξημένες απαιτήσεις τόσο από τον εαυτό τους, όσο και από το Μέτωπο; Είναι δυνατόν αυτή η απόλυτα γραφειοκρατική και απολυταρχική πρακτική να μην οδηγήσει σε μια πρωτοφανή αδράνεια και παθητικότητα τις οργανώσεις του ΕΠΑΜ;
Κι επειδή δυστυχώς φτάσαμε εσχάτως στο σημείο να αποκτήσουμε και γκαουλάιτερ επί του καταστατικού, θα ήθελα να υπενθυμίσω σ’ όσους ακόμη δεν ξέχασαν γιατί εντάχθηκαν στο ΕΠΑΜ τα εξής θεμελιώδη άρθρα του καταστατικού:
Άρθρο 10: «Στεγανά στο ΕΠΑΜ δεν υπάρχουν. Όλα τα μέλη του έχουν τα ίδια δικαιώματα στην ενημέρωση και στην συμμετοχή σε όλα τα επίπεδα. Μπορούν να παρακολουθήσουν όποια συνεδρίαση οργάνου θελήσουν,… Σε όλα τα επίπεδα ισχύει η ανακλητότητα, η υποχρεωτική λογοδοσία και ο απολογισμός.»
Πότε η Πολιτική Γραμματεία ενημέρωσε συγκεκριμένα τα μέλη των οργανώσεων του ΕΠΑΜ για χειρισμούς, επαφές και κινήσεις του Μετώπου; Ποτέ! Και υπεύθυνη ενημέρωση σημαίνει έγκαιρη έγγραφη αναφορά και δημοσιοποίηση όλων των δεδομένων ώστε να είναι σε θέση να κρίνει μόνο του το μέλος της οργάνωσης.
Γιατί χρειάζεται αυτή η έγκαιρη ενημέρωση προς όλα τα μέλη του Μετώπου; Για δυο θεμελιώδεις λόγους. Αφενός, για να υπάρχει υποχρεωτική λογοδοσία και απολογισμός από τα πάνω προς τα κάτω. Κι αφετέρου για να παίρνουν τις αποφάσεις οι ίδιες οι οργανώσεις του Μετώπου.
Η Πολιτική Γραμματεία «ξέχασε» ότι σύμφωνα με το Άρθρο 12 «όλες οι βασικές αποφάσεις λαμβάνονται από τη βάση της οργάνωσης και δεν επιβάλλονται από την κορυφή προς τη βάση της.» Κι αυτό συνιστούσε πάγια πρακτική στο ΕΠΑΜ όλα τα προηγούμενα χρόνια. Ακόμη και με τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων. Τι άλλαξε και αντιστράφηκαν οι όροι λειτουργίας του ΕΠΑΜ; Ποιος και γιατί επέβαλλε το ακριβώς αντίστροφο μοντέλο;
Πότε και για ποιο από τα πολλά σημαίνοντα ζητήματα της πολιτικής δράσης του Μετώπου κλήθηκε η βάση να αποφασίσει; Κλήθηκε να αποφασίσει αν και κατά πόσο θα συμμετάσχουμε στα γνωστά συλλαλητήρια; Κλήθηκε να αποφασίσει αν και κατά πόσο πρέπει να επιδιώκουμε συνεργασίες με ΛΑΕ και Σία; Κλήθηκε να αποφασίσει για τις συγκεκριμένες «προσωπικότητες» με τις οποίες έχουν επιλέξει να συναλλάσσονται οι υπεύθυνοι της Πολιτικής Γραμματείας; Κλήθηκε να συζητήσει και να αποφασίσει κάτι άλλο;
Το Άρθρο 12 αναφέρει επίσης ότι «η λειτουργία των οργάνων είναι τέτοια, ώστε να σφυρηλατεί την ενότητα των μελών του ΕΠΑΜ, αλλά και εν γένει του ελληνικού λαού.» Πώς ανταποκρίθηκε η Πολιτική Γραμματεία και κυρίως οι βασικοί της υπεύθυνοι σ’ αυτό το καθήκον; Με εκστρατείες διχασμού. Με εκστρατείες λοιδορίας και χλευασμού εναντίον όσων διαφωνούσαν με τις λογικές και τις πρακτικές τους. Φυσικά ερήμην όσων χρίζονταν εχθροί και χωρίς καμία δυνατότητα αντίλογου εν γνώσει όλης της οργάνωσης.
Εδώ και μήνες οι υπεύθυνοι της ΠΓ εκμεταλλεύονται την διατεταγμένη από τους ίδιους άγνοια των μελών της οργάνωσης για να διοχετεύσουν δηλητήριο εναντίον όσων θεωρούν εμπόδιο στα σχέδιά τους. Χλευάζουν και λοιδορούν ασύστολα εκ του ασφαλούς και αφ’ υψηλού, σφετεριζόμενοι την ιδιότητά τους με σκοπό να χρεώσουν σε άλλους τη δική τους επιλογή διάλυσης και αποσύνθεσης του Μετώπου.
Το ρεζουμέ είναι απλό. Όποιος τολμούσε να υπαινιχθεί έστω ότι μπορούμε να δουλέψουμε αποτελεσματικά για την οργανωτική και πολιτική ανάπτυξη του Μετώπου και να προσεγγίσουμε το στόχο που έθεσε το 6ο Συνέδριο για διπλασιασμό των οργανωμένων δυνάμεων πανελλαδικά, γινόταν εχθρός. Το ίδιο κι όποιος ασκούσε κριτική στους υπεύθυνους της Πολιτικής Γραμματείας για την πολιτική τους ανυπαρξία και την αδρανοποίηση της οργάνωσης.
Το μόνο που ένοιαζε τους πατρικίους είναι πού και πώς θα προσκολληθεί το ΕΠΑΜ, για να φορέσουν επιτέλους τη γραβάτα του βουλευτή. Τίποτε άλλο δεν τους ένοιαξε, όλους αυτούς τους μήνες. Ούτε η πατρίδα, ούτε ο λαός, ούτε το Μέτωπο. Ένιωθαν και έλεγαν – όσοι κυρίως διακρίνονται για τον ιδιαίτερα χαμηλό δείκτη της νοημοσύνης τους – ότι ο λαός αυτούς περιμένει. Τους περιμένει πώς και πώς για να μπουν να στρογγυλοκαθίσουν στη βουλή. Αλλιώς δεν έχει κανένα νόημα ούτε ο αγώνας, ούτε το ΕΠΑΜ.
Ανυπαρξία πολιτικού διαλόγου και διαβούλευσης
Καταντήσαμε μέσα στο ΕΠΑΜ να απαγορεύεται ουσιαστικά ο πολιτικός διάλογος. Ο εντεταλμένος γκαουλάιτερ επί του καταστατικού που έχουν διορίσει οι υπεύθυνοι της Πολιτικής Γραμματείας συμπέρανε με opinio juris και ύφος εκατό ουλτραμοντάνων καρδιναλίων, ότι όποιος δημόσια διαφοροποιείται και ασκεί κριτική στην Πολιτική Γραμματεία διαπράττει καταστατικό ανοσιούργημα. Ακόμη κι όταν πρόκειται για τον Πρόεδρο του ΕΠΑΜ.
Αν είναι έτσι τότε ο μόνος διάλογος που επιτρέπεται είναι εντός ενός απόλυτα ελεγχόμενου και κλειστού κύκλου, δηλαδή της Πολιτικής Γραμματείας. Κι επομένως όλοι οι άλλοι οφείλουν τυφλή υπακοή. Μιας και η άποψή τους είναι στη διακριτική ευχέρεια του οργάνου να πεταχτεί στο καλάθι των αχρήστων και να μην την μάθει ποτέ κανείς. Δεν έχουν καμιά δυνατότητα να ζυμώσουν τις απόψεις τους ελεύθερα μέσα στο ΕΠΑΜ.
Είναι όντως έτσι; Έτσι πράτταμε όλα τα προηγούμενα χρόνια; Ξεχάσαμε το γεγονός ότι χάρις στην ανοιχτή και δημόσια αντιπαράθεση μπόρεσε να κρατηθεί το ΕΠΑΜ από το 2011 και πέρα; Πώς αλλιώς μπορεί το απλό μέλος να γνωρίζει θέσεις και απόψεις ώστε να κρίνει και να αποφασίζει; Ιδίως όταν πρόκειται για ριζικές διαφορές;
Πώς; Μέσα από την ελεγχόμενη πληροφόρηση που επιτρέπουν οι υπεύθυνοι του κεντρικού οργάνου να διοχετεύεται στις οργανώσεις; Ή μήπως μέσα από την εντεταλμένη πληροφόρηση δια του κουτσομπολιού και του παρασκηνίου; Ή μήπως ακόμη χειρότερα διαμέσου του ξεκατινιάσματος στο διαδίκτυο, στο οποίο απ’ ότι πληροφορούμαι επιδίδονται προσφάτως και οι κέρβεροι της τήρησης των καταστατικών διαδικασιών;
Βέβαια, όσοι δεν είναι περαστικοί από το ΕΠΑΜ, ούτε ήρθαν για να υπηρετήσουν τις δικές τους προσωπικές σκοπιμόητες, γνωρίζουν πολύ καλά αυτό που προβλέπει το άρθρο 27: «Ο πολιτικός διάλογος στο ΕΠΑΜ είναι συνεχής και ανοιχτός. Διεξάγεται σε δυο επίπεδα. Αφενός, στις εσωτερικές διαδικασίες των Τοπικών Οργανώσεων, των Τομέων και γενικά του Μετώπου, μόνο ανάμεσα στα μέλη, όπου διεξάγεται ελεύθερα και χωρίς προκαταλήψεις. Κι αφετέρου, δημόσια με ενυπόγραφα κείμενα που δημοσιεύονται στις στήλες πολιτικού διαλόγου και αφορούν αποκλειστικά την πολιτική του Μετώπου.»
Γιατί το ΕΠΑΜ έχει ζωτική ανάγκη τον πολιτικό διάλογο, την ανοιχτή και δημόσια πολιτική ζύμωση; Διότι κανείς μέσα στο Μέτωπο δεν έχει εκ προοιμίου το τεκμήριο της ορθότητας και της απόλυτης αλήθειας. Ούτε πρόσωπο, ούτε όργανο. Ούτε καν η πλειοψηφία των οργανώσεων και των μελών του ΕΠΑΜ.
Μοναδικό κριτήριο της ορθότητας μιας απόφασης, ή μιας άποψης, είναι η πράξη και τα αποτελέσματά της. Και για να γίνει συνείδηση αυτό έχουμε ανάγκη από τον διαρκή και ανοιχτό πολιτικό διάλογο σε όλα τα επίπεδα, όπου θα δοκιμάζονται και θα αναμετρώνται επιχειρήματα, απόψεις και λογικές με την ίδια την πρακτική του κινήματος.
Να γιατί κάθε μέλος του ΕΠΑΜ έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να εκφέρει τόσο στις διαδικασίες του Μετώπου, όσο και δημόσια τη γνώμη του. Να την παλεύει και να την ζυμώνει ελεύθερα και χωρίς προκαταλήψεις εναντίον των συναγωνιστών του. Ιδίως όταν διαφωνεί με αποφάσεις οργάνων.
Ακόμη κι όταν τα μέλη και οι οργανώσεις του ΕΠΑΜ καλούνται να πειθαρχήσουν και να υλοποιήσουν μια απόφαση, διατηρούν ακέραιο το δικαίωμα της διαφωνίας τους. Ακόμη και δημόσια με ενυπόγραφα κείμενα στις στήλες του πολιτικού διαλόγου, όπως αναφέρει το καταστατικό.
Είναι όλες οι αποφάσεις των οργάνων και κυρίως του κεντρικού οργάνου σεβαστές και υλοποιήσιμες από τα μέλη και τις οργανώσεις του ΕΠΑΜ; Όχι. Μόνο αυτές που είναι προϊόν ανοιχτής εσωτερικής και δημόσιας διαβούλευσης στο Μέτωπο. Μόνο αυτές που επιτρέπουν στις οργανώσεις να κρίνουν και να αποφασίζουν οι ίδιες. Μόνο αυτές που τηρούν και υλοποιούν τις εντολές του Συνεδρίου.
Έτσι λειτουργεί το ΕΠΑΜ εξ ιδρύσεως και είναι ο λόγος που επιβίωσε και αναπτύχθηκε μέσα στην κοινωνία. Η αντιστροφή αυτής της πρακτικής και η μετάλλαξη του Μετώπου σε μια οργάνωση που οφείλει να πειθαρχεί στην Πολιτική Γραμματεία εν είδη Ανώτατης Αρχής, οδηγεί αναπότρεπτα στο μαρασμό.
Το επίπεδο και η ζωντάνια του εσωτερικού, αλλά και του δημόσιου πολιτικού διαλόγου, της διαβούλευσης, αλλά και της ελεύθερης ζύμωσης ιδεών και απόψεων μέσα στο ΕΠΑΜ, αποτελεί ένα από τα πιο ασφαλή κριτήρια για το επίπεδο και τη ζωντάνια του ίδιου του Μετώπου.
Τι δείχνει λοιπόν το γεγονός ότι το τελευταίο άρθρο στις στήλες του πολιτικού διαλόγου δημοσιεύτηκε το 2017; Την πρωτοφανή για τα δεδομένα του ΕΠΑΜ καθίζηση του πολιτικού επιπέδου της οργάνωσης μέσα από την απαξίωση του ανοιχτού και δημοσίου πολιτικού διαλόγου.
Έγινε μεγάλη σπέκουλα με το γεγονός ότι στις 14/6/2018 βγήκα δημόσια στο e-roi.gr και διαφοροποιήθηκα από την απόφαση της Πολιτικής Γραμματείας να δώσει την έμφαση στη συμφωνία με τα Σκόπια κι όχι στο 4ο μνημόνιο με τη μορφή πολυνομοσχεδίου που περνούσε εκείνες τις ημέρες. Και δήλωσα ευθαρσώς ότι δεν πρόκειται να κατέβω στη διαδήλωση που αποφάσισε αυθαίρετα η Πολιτική Γραμματεία να υποστηρίξει.
Είχα το δικαίωμα να το κάνω; Φυσικά και είχα, όπως και κάθε μέλος του ΕΠΑΜ διότι η Πολιτική Γραμματεία πήρε μια τόσο κρίσιμη απόφαση χωρίς κανενός είδους διαβούλευση, ούτε με τον Πρόεδρο, ούτε με τις οργανώσεις. Λειτούργησε ως κονκλάβιο με αυτοκρατορικό μανδύα, σαν κλίκα. Κι αυτό για μένα είναι αδιανόητο.
Όποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό, αναρωτιέμαι, τι δουλειά έχει στο ΕΠΑΜ; Γιατί δεν πάει σε κάποιο από τόσα και τόσα άλλα μορφώματα με τέτοιου είδους λειτουργία; Όλοι οι άλλοι – με εξαίρεση το ΕΠΑΜ όπως δούλευε τα προηγούμενα χρόνια – έτσι λειτουργούν. Η Ανώτατη Αρχή, δηλαδή το κονκλάβιο των αρχηγίσκων, παίρνει τις αποφάσεις ερήμην των μελών της οργάνωσης κι ύστερα απαιτεί πειθαρχία.
Άκουσα επίσης και το εξής καταπληκτικό. Δεν αρέσει στο κόσμο ο Πρόεδρος να βγαίνει εναντίον της Πολιτικής Γραμματείας. Σε ποιόν κόσμο; Στον κόσμο γενικά, όπως τον εκλαμβάνει και τον φαντασιώνεται ο καθένας από εμάς!
Κι από πότε η δημοκρατία και η οριζόντια λειτουργία του ΕΠΑΜ εξαρτάται από το τι αρέσει, ή δεν αρέσει του κόσμου; Ή ακόμη χειρότερα από τι καταλαβαίνει, ή δεν καταλαβαίνει ο κόσμος;
Τα πιο μοχθηρά και αιματοβαμμένα καθεστώτα της ιστορίας στηρίχθηκαν πάντα σ’ αυτά που οι αρχηγοί – ελέω Θεού, ή ψήφου – αποφάσισαν τι αρέσει και τι δεν αρέσει στον κόσμο. Την ίδια λογική θα βάλουμε ως κριτήριο λειτουργίας και μέσα στο ΕΠΑΜ;
Δεν φέρει την ευθύνη αυτός που βγαίνει δημόσια και κρούει το καμπανάκι του κινδύνου, όταν τα πράγματα πάνε από το κακό στο χειρότερο. Δεν λύνονται τα προβλήματα επιβάλλοντας σιγή ιχθύος. Ούτε όταν τα κουκουλώνει κανείς, όπως κάνει η γαλή με τα περιττώματά της.
Μόνο όταν βγουν όλα στο φως, στην επιφάνεια. Μόνο όταν όλα είναι σε κοινή θέα μπορούμε να δούμε την αλήθεια κατάματα και να πράξουμε ανάλογα. Ιδίως όταν η κατάσταση είναι τόσο τραγική, όσο είναι σήμερα για το ΕΠΑΜ.
Να γιατί το Άρθρο 27 του καταστατικού του ΕΠΑΜ προβλέπει δυο μεθόδους διαρκούς και ανοιχτού διαλόγου: Εσωτερικά στις διαδικασίες του Μετώπου, όπου μπορούμε επώνυμα να καταλογίσουμε ευθύνες σε πρόσωπα. Και δημόσια όπου μπορούμε να ανταλλάσσουμε επιχειρήματα, ακόμη και πολεμικές για τις πολιτικές επιλογές και απόψεις του Μετώπου.
Τι δεν επιτρέπεται κι ούτε ποτέ επιτρέψαμε στο ΕΠΑΜ; Το δημόσιο ξεκατίνιασμα. Δηλαδή να βγαίνει κανείς δημόσια και να κατηγορεί επώνυμα συναγωνιστές του και να χύνει δηλητήριο εναντίον τους.
Στο μόνο που θα μπορούσα να δεχθώ ότι έχω ευθύνη είναι το γεγονός ότι η διαφοροποίησή μου δεν έγινε εγγράφως στις στήλες του Πολιτικού Διαλόγου, αλλά από την εκπομπή του e-roi. Δεν το έκανα, γιατί σκέφτηκα ότι το επώνυμο γραπτό με την αρμόζουσα ανελέητη κριτική εναντίον των αποφάσεων της Πολιτικής Γραμματείας θα πονούσε πολύ περισσότερο.
Εκ των υστέρων, πιστεύω, πώς ήταν λάθος μου. Έπρεπε να βγω δημόσια με ενυπόγραφο κείμενο ανελέητης κριτικής από τις στήλες του Πολιτικού Διαλόγου, προσπαθώντας έστω να αναβιώσω την εκλιπούσα πολιτική διαβούλευση μέσα στο ΕΠΑΜ.
Το σάβανο του «κοινοβουλευτικού κρετινισμού».
Γιατί όμως όλα αυτά; Για ποιόν λόγο έγιναν; Κατά τη γνώμη μου για έναν λόγο και βασικό: Για να μετατραπεί το ΕΠΑΜ σε κάτι ανάλογο με όλα τ’ άλλα σχήματα και κόμματα που πετυχαίνουν εκεί που αποτυχαίνει το ΕΠΑΜ, στα ψηφαλάκια!
Αυτή η πρεμούρα ορισμένων συναγωνιστών να επιβραβευθούμε με μια θέση στη βουλή, όπως-όπως, όπως λάχει, όπως νάναι, ειλικρινά μου θυμίζει εκείνους τους πιτσιρίκους, ή τις πιτσιρίκες από τα παιδικά μας χρόνια που σκύλιαζαν γιατί δεν είχαν τα ωραία και ακριβά παιχνίδια που είχαν κάποια άλλα προνομιούχα παιδιά. Και η παθολογική ζήλια τους έφτανε σε ακρότητες προκειμένου να αποκτήσουν το πολυπόθητο βραβείο της δικής τους παιδικής καταξίωσης. Λόγω της ζήλια τους δεν μπορούσαν ούτε καν να αντιληφθούν το απαγορευτικό συνήθως κόστος που άλλοι συνήθως καλούνται να επωμιστούν.
Η Βουλή είναι το ίδιο. Ένα ωραίο και ακριβό παιχνίδι που πολλοί το ποθούν και ακόμη περισσότεροι το νιώθουν ως τη μεγάλη επιβράβευση των πολιτικών τους επιδιώξεων. Μπήκες στη Βουλή είσαι κάτι. Δεν μπήκες, είσαι τίποτα. Αυτά ακούμε και ξανακούμε από όλες τις πάντες. Έτσι έμαθαν όλοι αυτοί να λειτουργούν από τα γεννοφάσκια τους. Όπως ακριβώς τα γνωστά σκυλάκια του Παβλόφ. Και για τον ίδιο λόγο δεν πέτυχαν τίποτε περισσότερο από το να είναι μια από τα ίδια.
Πολύ φοβάμαι ότι αν η κυρίαρχη τάξη είχε επιβάλλει την πολιτική καταξίωση με όρους οικόσιτου χοίρου, τότε είναι σίγουρο ότι θα έβλεπαν την είσοδο τους στο χοιροστάσιο ως μέγιστη πολιτική πράξη. Είναι το ίδιο ακριβώς για όσους βλέπουν σήμερα την πολιτική καταξίωση του ΕΠΑΜ στα ψηφαλάκια. Ίσως και χειρότερα, γιατί κανένα από τα κατοχικά κοινοβούλια των τελευταίων χρόνων δεν συγκρίνεται σε αθλιότητα και αηδία μ’ ένα αληθινό χοιροστάσιο.
Γι’ αυτό κι όταν όσοι σκέφτονται μ’ αυτούς τους όρους στερούνται τα δούναι-λαβείν του κοινοβουλευτισμού και μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα, παθαίνουν κάτι ανάλογο με το στερητικό σύνδρομο των εξαρτημένων ατόμων. Παθαίνουν κρίση ταυτότητας. Νιώθουν πώς δεν έχουν κανένα λόγο πολιτικής ύπαρξης, κανένα λόγο πολιτικής δράσης. Να γιατί η ανατρεπτική, επαναστατική σκέψη από τον 19ο αιώνα αντιμετώπισε αυτό το στερητικό σύνδρομο ως τέτοιο. Δηλαδή ως πάθηση με την επωνυμία «κοινοβουλευτικός κρετινισμός».
Ο Φρίντριχ Ένγκελς έγραφε «ο «κοινοβουλευτικός κρετινισμός” είναι μια ανίατη ασθένεια, μια ασθένεια της οποίας τα ατυχή θύματα πάσχουν από την ευγενή πεποίθηση ότι όλος ο κόσμος, η ιστορία του και το μέλλον του κατευθύνονται και καθορίζονται από την πλειοψηφία των ψήφων μόνο αυτού του πολύ αντιπροσωπευτικού θεσμού που έχουν οι ίδιοι την τιμή να τους κατέχουν υπό την ιδιότητα των μελών του.» Ενώ ο Καρλ Μαρξ αναλύοντας πώς από την πάθηση αυτή γεννιέται κάθε λογής πραξικόπημα ενάντια στη δημοκρατία και κάθε λογής βοναπαρτισμός έγραφε ότι πρόκειται για μια ιδιόμορφη αρρώστια, «που όσους προσβάλλει τους αιχμαλωτίζει, τους δένει σ ’ έναν κόσμο φανταστικό και τους αφαιρεί κάθε αντίληψη, κάθε ανάμνηση και κάθε κατανόηση του σκληρού εξωτερικού κόσμου…».
Όμως το ΕΠΑΜ δημιουργήθηκε για να ποθεί άλλα πράγματα. Ιδρύθηκε για να ποθεί τη λευτεριά και τη δημοκρατία για το λαό και την πατρίδα. Στήθηκε ως κιβωτός ενός ολόκληρου έθνους που βρίσκεται στην πιο δύσκολη ιστορική καμπή του.
Δεν αναγνωρίζει καμιά σχέση με όλα τα άλλα σχήματα είτε δηλώνουν πατριωτικά, είτε αντιμνημονιακά, δεξιά κι αριστερά. Οι απαρχές του βρίσκονται πολύ πιο βαθιά, στις ιστορικές ρίζες ενός ολόκληρου λαού, στους αγώνες του για εθνική και κοινωνική απελευθέρωση. Από εκεί αντλεί και οφείλει να αντλεί τις δυνάμεις του.
Πασχίζει όχι απλά να ερμηνεύσει την πραγματικότητα που ζούμε, αλλά να την αλλάξει. Να την αλλάξει ριζικά, εκ βάθρων, με όρους αληθινής δημοκρατίας για το λαό. Και για να το κάνει αυτό δεν αφήνει κανένα πεδίο αναμέτρησης και δράσης ανεκμετάλλευτο – συμπεριλαμβανομένης και της Βουλής – αλλά με τους δικούς του όρους. Όχι ουραγός των άλλων, ούτε μιμούμενο τους άλλους τους «πετυχημένους» με έδρα στη Βουλή για να γίνει αναπότρεπτα μια από τα ίδια, ή ακόμη χειρότερο με τους όρους και την πολιτική ηθική του καθεστώτος που μάχεται να ανατρέψει.
Όποιος νιώθει την πολιτική επιβράβευση μέσα από την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, όποιος νιώθει ότι από δαύτην και μόνο απ’ αυτήν εξαρτώνται τα πάντα, η ίδια η πολιτική ύπαρξη του Μετώπου, τότε όχι μόνο δεν έχει καταλάβει απολύτως τίποτε από το τι είναι και τι θέλει το ΕΠΑΜ. Έχει προσβληθεί από μια πολύ βαριά και πιθανόν ανίατη μορφή εκδήλωσης της συγκεκριμένης πάθησης, η οποία δυστυχώς δεν αντιμετωπίζεται με τα λόγια. Ούτε με γιατροσόφια της κακιάς συμφοράς.
Και ξέρετε ποια είναι η τιμωρία για μια οργάνωση, για έναν πολιτικό σχηματισμό σαν το ΕΠΑΜ όταν αφήνει να προσβληθεί το σώμα του, η σκέψη και η δράση του από την πάθηση του κοινοβουλευτικού κρετινισμού; Ο αντικοινοβουλευτικός κρετινισμός, ο οποίος μπορεί να εμφανίζεται στον αντίποδα του πρώτου καθώς φαντασιώνεται ότι μπορούμε να ασκήσουμε πολιτική για την ανατροπή του καθεστώτος εγκαταλείποντας παντελώς το πεδίο της κοινοβουλευτικής δράσης.
Στην ουσία αποτελεί απλά το alter ego, την άλλη όψη της ίδιας πάθησης, της ίδιας ιδιόμορφης αρρώστιας, που δυστυχώς προσβάλει το πολιτικό γονιδίωμα των ανθρώπων της κοινωνίας μας πριν καλά-καλά προλάβουν να κοινωνικοποιηθούν.
Ζούμε λοιπόν μια ακόμη ζοφερή εκδήλωση αυτής της πάθησης. Της ίδιας πάθησης που εκδηλώνεται αδιαλείπτως και η οποία βρίσκεται στη ρίζα όλων των εντάσεων και των διασπάσεων στο εσωτερικό μας.
Είμαστε ενάντια στην είσοδο στο κοινοβούλιο;
Η είσοδος του ΕΠΑΜ στο κοινοβούλιο δεν θα λύσει κανένα πρόβλημα. Ούτε του Μετώπου, ούτε του αγώνα. Ωστόσο, μπορεί κάτω από προϋποθέσεις και όρους να αποτελέσει ένα αποφασιστικό βήμα για την απελευθέρωση της πατρίδας.
Πότε και υπό ποιους όρους; Μόνο όταν η είσοδος στο κοινοβούλιο έρθει ως επιστέγασμα μια ραγδαίας ανοδικής οργανωτικής και πολιτικής δουλειάς του ίδιου του Μετώπου μέσα στην κοινωνία.
Γιατί θέλουμε να μπούμε στο κοινοβούλιο; Για να μπορέσουν να το παίξουν βουλευτές όσοι αρέσκονται στο είδος; Για να τάζουμε στον κοσμάκη λαγούς με πετραχήλια, όπως κάνουν όλοι οι άλλοι; Για να έχουμε χρηματοδοτήσεις έτσι ώστε η Ανώτατη Αρχή να μην έχει ανάγκη την οργανωμένη βάση, τα μέλη και τους φίλους; Για να υποσχόμαστε διορισμούς στους δικούς μας; Κοινώς, για να βολευτούμε όπως όλοι οι άλλοι;
Αν τίποτε απ’ όλα αυτά δεν θέλουμε, τότε γιατί οφείλουμε να επιδιώξουμε την είσοδό μας στο κοινοβούλιο; Για τρεις κύριους λόγους:
Για να αξιοποιήσουμε το βήμα του κοινοβουλίου προκειμένου να απευθυνθούμε σε πλατύτερες μάζες του λαού. Όχι για να το παίξουμε καλύτερη αντιπολίτευση στο υφιστάμενο καθεστώς, αλλά για να του μιλήσουμε τη γλώσσα της εθνικής απελευθέρωσης, της εσχατοπροδοτικής δράσης των κυβερνήσεων και της ανάγκης για μια νέα λεύτερη Ελλάδα. Για να ακούσει εν ολίγοις ότι δεν του επιτρέπουν να ακούσει.
Για να λειτουργήσει η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση του ΕΠΑΜ ως μοχλός ενός κλιμακώμενου ανένδοτου αγώνα εναντίον του καθεστώτος κατοχής πρωτίστως μέσα στην ίδια την κοινωνία, τον ίδιο τον λαό. Η παρουσία μας στο κοινοβούλιο πρέπει να σηματοδοτήσει και ταυτόχρονα να θεμελιωθεί σε μια εκτεταμένη προσπάθεια κινητοποίησης του λαού για την ανατροπή το ταχύτερο δυνατό. Οι βουλευτές του ΕΠΑΜ δεν θα θεατρινίζουν στο κοινοβούλιο, αλλά θα έχουν ως πρώτιστο καθήκον να περιδιαβαίνουν την Ελλάδα με σκοπό να την ξεσηκώσουν.
Για να είμαστε σε θέση να ακυρώσουμε ψηφοφορίες, αλλά και το ίδιο το κοινοβούλιο όταν καλείται να επικυρώσει κορυφαίες πράξεις εσχάτης προδοσίας. Οι βουλευτές του ΕΠΑΜ θα πρέπει να είναι σε θέση να αποχωρήσουν ως κόμμα οριστικά από το κοινοβούλιο για να επιφέρουν τη διάλυσή του. Οι βουλευτές του ΕΠΑΜ θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να βάλουν το κεφάλι τους στο ντορβά αν χρειαστεί για το λαό και την πατρίδα, αντί απλά και εκ του ασφαλούς να καταψηφίζουν τις πράξεις εσχάτης προδοσίας που έρχονται στο κοινοβούλιο.
Αν δεν έχουμε τη δυνατότητα να εισέλθουμε στο κοινοβούλιο γι’ αυτούς τους λόγους, τότε δεν έχει κανένα, μα κανένα νόημα η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση του ΕΠΑΜ. Εκτός φυσικά από τους λόγους που ισχύουν για όλους τους άλλους. Δηλαδή, το γνωστό βόλεμα.
Πώς μπορούμε να πετύχουμε μια τέτοιου είδους είσοδο στο κοινοβούλιο; Μόνο με την οργανωτική και πολιτική ανάπτυξη του ΕΠΑΜ μέσα στην κοινωνία, πρωτογενώς μέσα στο λαό.
Να γιατί στην Πολιτική Απόφαση του 6ου Συνεδρίου αναδεικνύεται ως πρώτο άμεσο και βασικό καθήκον, πέρα και πάνω απ’ όλα τ’ άλλα, το εξής αυτονόητο:
«Η οργανωμένη δουλειά για την ανάπτυξη του μετώπου θα πρέπει να συνεχιστεί και να ενταθεί. Περισσότερες και καλύτερες τοπικές οργανώσεις πιο κοντά στον λαό σε κάθε χώρο, σε κάθε μετερίζι. Στόχος παραμένει ο διπλασιασμός των οργανωμένων δυνάμεων του Μετώπου. Οι τοπικές οργανώσεις οφείλουν να επιδείξουν πολιτική υπευθυνότητα, ν’ αποτελέσουν πεδίο πολιτικής ζύμωσης, ανάπτυξης πολιτισμού και κουλτούρας στην κατεύθυνση του εθνικοαπελευθερωτικού καθήκοντος.»
Από που έβγαινε ο στόχος του διπλασιασμού των οργανωμένων δυνάμεων του ΕΠΑΜ; Από την εκτίμηση που είχε καταγραφεί ήδη στην Αναφορά και τον Απολογισμό του Εθνικού Συντονιστικού Συμβουλίου και της Πολιτικής Γραμματείας προς το 6ο Συνέδριο: «Με τον τρόπο αυτό το Οργανωτικό Σχέδιο αποκτούσε μια τέτοια δυναμική, που στην περίπτωση προκήρυξης αιφνιδιαστικών εκλογών, το ΕΠΑΜ να έχει τη δυνατότητα να καλύψει ένα μεγάλο μέρος από τις ανάγκες του στην κατάρτιση των ψηφοδελτίων, σε όλες τις εκλογικές Περιφέρειες.»
Με άλλα λόγια, το Συνέδριο έδινε εντολή στο νέο κεντρικό όργανο του ΕΠΑΜ να προετοιμαστεί το Μέτωπο για εκλογικό αιφνιδιασμό, μέσα από την οργανωτική ανάπτυξη του Μετώπου και τον διπλασιασμό των οργανώσεων και των μελών του σ’ όλη την Ελλάδα.
Τι έκανε η Πολιτική Γραμματεία για να υλοποιήσει αυτή τη σαφή εντολή του 6ου Συνεδρίου; Ακριβώς τα ανάποδα. Αποδόμησε, αδρανοποίησε, διέλυσε ακόμη και τις υπάρχουσες οργανώσεις του Μετώπου. Το ΕΠΑΜ δεν χρειάζεται οργανώσεις, αυτό έλεγε και ξανάλεγε ο καθ’ ύλην υπεύθυνος της Πολιτικής Γραμματείας.
Σε ευθεία αντίθεση με την εντολή του Συνεδρίου εισήγαγε ένα τελείως διαφορετικό Οργανωτικό Σχέδιο, το οποίο θεμελιωνόταν στην a priori παραδοχή ότι το ΕΠΑΜ είναι αδύνατον να κατέβει στις εκλογές από μόνο του. Κι αντί του στόχου περί διπλασιασμού των οργανωμένων δυνάμεών του, πρέπει να τεθεί η πάση θυσία είσοδος του ΕΠΑΜ στην βουλή, όπως-όπως και με όποιον λάχει. Αρκεί να δηλώνει αντιμνημονιακός. Μιας και χωρίς την είσοδό του στο κοινοβούλιο, το ΕΠΑΜ θα διαλυθεί!
Για μένα το Οργανωτικό Σχέδιο αυτό συνιστούσε πραξικόπημα σε βάρος του ΕΠΑΜ και των εξ ιδρύσεως σκοπών του. Δεν μπορούσε ούτε καν να λειτουργήσει ως βάση συζήτησης. Ήταν το ακριβώς αντίθετο από εκείνο που είχαμε αποφασίσει στο Συνέδριο ότι χρειάζεται το Μέτωπο.
Το Οργανωτικό Σχέδιο αυτό θεμελιωνόταν σε μια ολοφάνερη αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Στη διάλυση του ΕΠΑΜ ως «από τα κάτω» οργανωμένη δύναμη μέσα στο λαό και την υποβάθμισή του σε μια απλή «ταμπέλα» που θα την διαχειρίζεται αποκλειστικά και εν λευκώ η Πολιτική Γραμματεία ως Ανώτατη Αρχή. Μια σφραγίδα, την οποία η Διαχείριση θα μπορούσε να κολλήσει οπουδήποτε με μόνο σκοπό την εξασφάλιση κάποιων εκλόγιμων κοινοβουλευτικών εδρών.
Θέλουμε τις συνεργασίες ή όχι;
To ΕΠΑΜ εξ ιδρύσεως οργανώθηκε με σκοπό να κρατήσει ψηλά τη σημαία του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της πατρίδας κάτω απ’ όλες τις πιθανές συνθήκες. Συγκροτήθηκε με σκοπό να συμμετάσχει καταλυτικά στην απελευθέρωση της πατρίδας, ακόμη κι αν μείνει μόνο του. Ακόμη κι αν δεν υπάρξει καμιά άλλη πατριωτική δύναμη.
Αυτό σημαίνει ότι είμαστε ενάντια στις συνεργασίες; Και βέβαια όχι.
Τι τις θέλουμε τις συνεργασίες; Για να μπούμε στο κοινοβούλιο; Ή για να μην μείνουμε μοναχούλια και μας φάει ο μεγάλος κακός λύκος; Όποιος τρέμει στην ιδέα ότι το ΕΠΑΜ θα μείνει μόνο του να μάχεται το καθεστώς κατοχής, τότε έκανε λάθος που εντάχθηκε στο Μέτωπο.
Τίποτε απ’ όλα αυτά. Τις συνεργασίες τις χρειαζόμαστε γιατί μ’ αυτές διευκολύνεται η δουλειά μας. Δηλαδή η συγκέντρωση των απαραίτητων δυνάμεων για την ανατροπή του καθεστώτος κατοχής.
Πώς μπορεί να διευκολυνθεί η δουλειά μας; Μόνο αν οι συνεργασίες εκπληρώνουν τρεις θεμελιώδεις όρους:
Να αποτελούν συμπράξεις δυνάμεων πάνω σε συγκεκριμένες ελάχιστες δεσμεύσεις που διευκολύνουν το ξεδίπλωμα των δικών μας θέσεων στο σύνολό τους.
Να οικοδομούνται δημόσια και με πρωτοβουλίες που δοκιμάζονται μέσα στον απλό κόσμο κι όχι πίσω από κλειστές πόρτες και δούναι-λαβείν στο παρασκήνιο.
Να διατηρούμε την ανεξαρτησία σκέψης και δράσης μας, σύμφωνα με το γνωστό ρητό, βαδίζουμε χώρια, αλλά χτυπάμε από κοινού.
Τι σημαίνει αυτό το τελευταίο; Πρώτα και κύρια ότι το ΕΠΑΜ αξιοποιεί τις συνεργασίες για να αναπτυχθεί οργανωτικά και πολιτικά ανεξάρτητα από τους συνεργαζόμενους. Και δεύτερο ότι διατηρεί απόλυτα το αναφαίρετο δικαίωμά του να διατυπώνει το σύνολο των θέσεων του χωρίς να χρειάζεται έγκριση από τους συνεργαζόμενους, να ασκεί δημόσια κριτική σε πράξεις, παραλείψεις και θέσεις ακόμη και των συμμάχων, αλλά και να ξεδιπλώνει ολόκληρη την προβληματική του για τη σημερινή κατάσταση και τις προτάσεις του χωρίς να μένει μόνο στα συμφωνηθέντα με τους συνεργαζόμενους.
Αν δεν υπάρχουν αυτές οι προϋποθέσεις, αν δεν διαφυλάττουμε την ανεξαρτησία του λόγου, των θέσεων και της δράσης του ΕΠΑΜ, τότε δεν μιλάμε για συνεργασία, αλλά για προσκόλληση, ή προσχώρηση.
Κι αυτό ακριβώς ξέρουν να κάνουν όλοι οι άλλοι. Να μπερδεύουν τη συνεργασία με την προσκόλληση ή την προσχώρηση, γιατί έχουν ως μοναδικό σκοπό τις έδρες στη βουλή. Δεν τους καίγεται καρφί για την ανατροπή του καθεστώτος.
Το δυστύχημα είναι ότι αυτή ακριβώς τη σύγχυση έφερε στις τάξεις του ΕΠΑΜ και η Πολιτική Γραμματεία. Εμφάνισε την προσκόλληση ως συνεργασία. Κι ο λόγος είναι απλός. Μια έδρα στην βουλή.
Ο πρώην Γενικός Γραμματέας στην τελευταία επίσημη επίσκεψή του στην Τρίπολη, δήλωσε ότι «κάναμε λάθος το 2012 όταν απορρίψαμε την πρόταση των ΑΝΕΛ.» Κάποιος συναγωνιστής που παρόντες συναγωνιστές του υπέδειξε ότι αν το είχαμε κάνει αυτό, σήμερα θα είχαμε την τύχη των ΑΝΕΛ και του Καμένου. Ο πρώην ΓΓ ανταπάντησε ότι «εμείς θα το είχαμε διαχειριστεί διαφορετικά».
Όταν άκουσα το συγκεκριμένο απόσπασμα από την εν λόγω συζήτηση, κατάλαβα ότι ορισμένοι ήρθαν στο ΕΠΑΜ γιατί θεώρησαν ότι ένας νέος φρέσκος τρόπος για να μπουν στη Βουλή. Κι όχι για να παλέψουν για την απελευθέρωση της πατρίδας. Άλλωστε όλος αυτός ο πατριωτικός πολιτικός λόγος του ΕΠΑΜ, ιδίως από το 2015 και μετά, ο οποίος, κατά κύριο λόγο, οφείλεται στον γράφοντα αναφέρεται – σύμφωνα με τον πρώην ΓΓ στην πολιτική εισήγηση προς τις οργανώσεις της Πάτρας – στα κατώτερα ένστικτα του κόσμου.
Να θυμίσουμε ότι η πρόταση του Καμένου το 2012 ήταν να τεθώ εγώ επικεφαλής του ψηφοδελτίου των ΑΝΕΛ, αλλά χωρίς εθνικά νομίσματα, ακυρότητα του χρέους, εξόδους από την ΕΕ κι άλλα τέτοια που δεν αρέσουν στον κόσμο. Ενώ ταυτόχρονα πρότεινε την τοποθέτηση σε εκλόγιμη θέση 2-3 ακόμη στελεχών του ΕΠΑΜ.
Φυσικά, εγώ προσωπικά δεν ήθελα ούτε να ακούσω μια τέτοια πρόταση. Αντιπροτείναμε την ισότιμη συνεργασία στο ψηφοδέλτιο κι όποιος βγει, χωρίς πριμοδοτήσεις, ή άλλα δούναι-λαβείν. Ο Καμένος αρνήθηκε.
Την εποχή εκείνη δήλωσα στα όργανα του ΕΠΑΜ, ότι για μένα η πρόταση είναι μορφή πολιτικής εξαγοράς κι αν θέλετε να την δεχθείτε τότε ξεχάστε με. Δεν πουλήθηκα τότε, δεν πουλήθηκα ούτε κατόπιν όταν κατατέθηκαν ακόμη πιο δελεαστικές προτάσεις, που ίσως μου άνοιγαν ακόμη και τις πόρτες της υπουργοποίησης.
Προφανώς ούτε ο πρώην Γενικός Γραμματέας, ούτε άλλοι που αποχώρησαν βρίζοντας εμένα και το ΕΠΑΜ πριν απ’ αυτόν, εκτίμησαν τη στάση μου. Προφανώς δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι υπάρχουν άνθρωποι – έστω κι αν είναι του δημοτικού – που εννοούν αυτά που λένε μέχρι κεραίας. Και είναι σε θέση να πετάξουν στα μούτρα του καθεστώτος προτάσεις εκποίησης ιδεών, αξιών και θέσεων.
Προφανώς με ανέχθηκαν γιατί πίστευαν ότι εγώ αρνήθηκα τόσο κατάφωρα την πρόταση Καμένου, διότι περίμενα κάποια καλύτερη. Κι αν πουλιόμουν εγώ, ε, τότε θα άνοιγε ο δρόμος για το βόλεμα και των ημετέρων.
Έλα όμως που εγώ απέρριψα όλες αυτού του είδους τις προτάσεις όλα τα επόμενα χρόνια. Όσο δελεαστικές για το προσωπικό μου βόλεμα κι αν ήταν. Έλα που πίστευα και εξακολουθώ να πιστεύω αυτά που υποστηρίζω ακόμη και σήμερα. Και γνωρίζω, ίσως καλύτερα από οιονδήποτε άλλο σ’ αυτή τη χώρα, ότι αν στ’ αλήθεια θέλεις την απελευθέρωση της πατρίδας, αν θέλεις στ’ αλήθεια ο λαός να πάρει την υπόθεση στα χέρια του, τότε είναι απολύτως σίγουρο ότι δεν θα το κάνεις με τις μεθόδους όλων των άλλων.
Κι έτσι ο ένας μετά τον άλλο οι πιο κοντινοί αυλοκόλακες του μεγάλου αρχηγού, άρχιζαν να μετατρέπονται σε ορκισμένοι εχθροί. Ο Καζάκης γεμίζει την καρδάρα και ύστερα τη χύνει, άκουγα. Όταν θεωρείς ότι η πολιτική δουλειά που κάνεις είναι για να εισπράξεις μια πρόταση πολιτικής εξαγοράς δια του κοινοβουλίου κι αυτός που πρωτοστατεί κλωτσά την τύχη του και αρνείται αυτού του είδους τις προτάσεις, πώς να αισθανθεί ο δυστυχής ημέτερος αυλοκόλακας;
Θέλουμε να σε δούμε στη Βουλή, λέγανε οι αυλοκόλακες. Κι αυτό που εννοούσαν ήταν κάτι απλό. Να με δουν στη Βουλή, γιατί ίσως αυτό να διευκόλυνε και το δικό τους προσωπικό βόλεμα.
Κι όσο δεν το έβλεπαν. Όσο εγώ επέμενα στη γραμμή που έχω χαράξει πριν καν υπάρξει το ΕΠΑΜ, τόσο η υπομονή τους ξεπερνούσε τα όρια του ανεχτού και είχαμε κάθε τόσο τις συγκρούσεις με αιτιάσεις επί του προσωπικού. Πώς αλλιώς θα κρύψει κανείς ότι το όλο πρόβλημα βρισκόταν ότι σαν ημέτερος του μεγάλου αρχηγού και σαν αυλοκόλακας δεν έβλεπε μέλλον. Δεν υπήρχε κανένα περιθώριο προσωπικού βολέματος.
Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Είδαν και αποείδαν ορισμένοι και βάλθηκαν πίσω από τις πλάτες τις δικές μου, αλλά και των μελών του ΕΠΑΜ να το ενσωματώσουν σε κάποιο άλλο σχήμα, που θα τους έδινε περισσότερες και καλύτερες ευκαιρίες εκλογής στο κοινοβούλιο.
Για την έδρα στη βουλή, όλα έπρεπε να εγκαταλειφθούν. Ακόμη και οι θέσεις του ΕΠΑΜ, οι οποίες θα πρέπει να στρογγυλέψουν γιατί τρομάζουν τον κόσμο. Ακόμη κι ο Καζάκης θα πρέπει να γίνει «καθώς πρέπει», όπως όλο αυτό το ερμαφρόδιτο τσίρκο των πολιτευτών τύπου Καλοχαιρέτα, για να μην είναι εριστικός και τρομάζει τους συνεργαζόμενους.
Όσο για τα προτάγματα του ΕΠΑΜ, ε, γι’ αυτά θα μιλάμε τώρα. Ας μείνουν στα χαρτιά. Άλλωστε, υπάρχει κανένας άλλος εκτός από τον Καζάκη που να ξέρει να τα αναπτύξει σε τέτοιο βάθος και τόσο πειστικά για το λαό, ώστε να τα μετατρέψει σε απειλή για το καθεστώς; Όχι. Επομένως, ας μείνουν ως συνθήματα στα χαρτιά για τους ανόητους και τους αφελείς κι ας αφήσουμε εν λευκώ στους επικεφαλής του νέου σχήματος να αναλάβουν όλα τα υπόλοιπα.
Να γιατί πρέπει πάση θυσία να υπάρξει ΕΠΑΜ χωρίς Καζάκη. Πώς αλλιώς θα μπούμε στο κοινοβούλιο σαν τον Λεβέντη; Μόνο όταν δεν φοβίζουμε τον απλό κόσμο. Έτσι λένε, αλλά στην ουσία και κάτω από τις προφάσεις κρύβεται η αλήθεια: να μην φοβίζουμε το καθεστώς!
Να γιατί η Πολιτική Γραμματεία που προέκυψε από το ΕΣΥΜ, που εκλέχθηκε από το 6ο Συνέδριο, είναι η πρώτη στην ιστορία του ΕΠΑΜ, που δεν επιχείρησε να πάρει ούτε μία πολιτική πρωτοβουλία για την ανάδειξη της πολιτικής και των θέσεων του Μετώπου. Ούτε μία! Άλλο ένα ακόμη αρνητικό ρεκόρ.
Προτάθηκε επανειλημμένα να αναλάβει το ΕΠΑΜ την πρωτοβουλία μιας δημόσιας συνάντησης των δυνάμεων, που καλούμε σε συνεργασία. Με χίλιες δυο προφάσεις, δεν έγινε τίποτε, εκτός από συναντήσεις στο παρασκήνιο.
Προτάθηκε επανειλημμένα – ακόμη και πριν το 6ο Συνέδριο – να οργανωθούν ημερίδες για τα ζητήματα Άμυνας και Διπλωματίας της χώρας, διότι θεωρούσα ότι αυτά θα αναδειχθούν σε πρώτης προτεραιότητας μέτωπα αντιπαράθεσης. Δεν έγινε τίποτε απολύτως.
Προτάθηκε τον Δεκέμβρη του 2017 μετά αμέσως την επίσκεψη Ερντογάν να αναδείξει το ΕΠΑΜ το ζήτημα της «Δυτικής Θράκης», όπως έκανε παλιότερα με τις Ειδικές Οικονομικές Ζώνες. Μάλιστα η πρόταση αφορούσε πρώτα και κύρια ημερίδες στην ίδια την Θράκη. Δεν έγινε απολύτως τίποτε.
Όταν έσκασαν τα συλλαλητήρια των «μακεδονομάχων» οι υπεύθυνοι της Πολιτικής Γραμματείας έκαναν άνω κάτω το ΕΠΑΜ γιατί τόλμησα να διαφοροποιηθώ και να ανοίξω μέτωπο εναντίον των κυρίως διοργανωτών.
Τους «άδειασα» λέει. Γιατί; Διότι, όπως ανακάλυψα αργότερα, βρίσκονταν ήδη, ή ήθελαν να έρθουν σε επαφή με τους διοργανωτές εν αγνοία μου και ήθελαν να προσθέσουν το ΕΠΑΜ στους προσκολυόμενους. Κι εγώ τους τα χάλασα, καταγγέλλοντας αυτούς ακριβώς τους διοργανωτές ως σεσημασμένα φασιστοειδή.
Κι έτσι χάσαμε τα λεφτά του μεγιστάνα του υποκόσμου Σαββίδη.
Από εκείνη τη στιγμή και κατόπιν επήλθε η ανοιχτή ρήξη ανάμεσα στους υπεύθυνους της Πολιτικής Γραμματείας και στον Πρόεδρο. Με ευθύνη εξ ολοκλήρου των πρώτων. Ήρθε επί της ουσίας στην επιφάνεια η σύγκρουση που σιγόβραζε όλους τους προηγούμενους μήνες.
Επειδή όμως κανένας από τους υπευθύνους δεν είχε το ανάστημα, ούτε το επίπεδο, ούτε και τις γνώσεις να αντιμετωπίσει τις θέσεις μου με επιχειρήματα, επιδόθηκαν στο γνωστό άθλημα. Την μετατροπή μιας βαθύτατα πολιτικής διαφοράς για το πώς πρέπει να πολιτεύεται το ΕΠΑΜ σε προσωπική διαμάχη. Με το σύνηθες πρόσχημα ότι έβρισα και έθιξα δήθεν την τιμή και την υπόληψή τους.
Όπως θα διαπιστώσει όποιος διαβάσει τις επιστολές μου, εκτιμούσα από τον Ιανουάριο ότι το ρήγμα είναι τόσο βαθύ σε επίπεδο πολιτικών θέσεων, που θα επιφέρει το διχασμό του ΕΠΑΜ. Κι όμως δεν έκανα το αυτονόητο. Δεν απαίτησα σύγκληση του ΕΣΥΜ με σκοπό να ξεκαθαριστεί η «γραμμή» του ΕΠΑΜ και να φύγουν από την ΠΓ τα πρόσωπα που θεωρούσα από τότε ως τροχοπέδη για την οργανωτική και πολιτική δουλειά του Μετώπου.
Δεν το έκανα, γιατί εκείνη την εποχή βρισκόμουν σε μια από τις πιο δύσκολες καταστάσεις που έχω βρεθεί ποτέ. Αγωνιζόμουν να σταθώ ξανά στα πόδια μου και να βρω το ψυχικό σθένος να συνεχίσω. Δεν είχα τις ψυχικές κυρίως δυνάμεις για μια ανοιχτή μάχη «γραμμής» μέσα στο ΕΠΑΜ. Με τους αγαπητούς μου φίλους και συμπαραστάτες να κάνουν ότι περνούσε από το χέρι τους να μην αναρρώσω ποτέ, να μην ξανασταθώ στα πόδια μου ποτέ. Κι αυτό μ’ έκανε να αφήσω τα πράγματα να κυλίσουν ως είχαν.
Από τότε ουσιαστικά οι υπεύθυνοι της Πολιτικής Γραμματείας ασχολήθηκαν με δυο κυρίως πράγματα: (α) Να στρατολογήσουν μέσα στο ΕΠΑΜ όποιον μπορούσαν εναντίον του Προέδρου, ώστε να περάσουν τις θέσεις τους για πάση θυσία κοινοβουλευτική εκπροσώπηση δια της προσκολλήσεως στον πρώτο τυχόντα. (β) Να εμποδίσουν κάθε προσπάθεια ανεξάρτητης πολιτικής δράσης και πρωτοβουλίας για την ανάδειξη των θέσεων του ΕΠΑΜ.
Το 7ο Συνέδριο οφείλει να αποτελέσει καμπή. Οφείλει να δώσει απάντηση στο δίλημμα: Επανίδρυση εκ των κάτω του ΕΠΑΜ στη βάση των προταγμάτων του και της στρατηγικής που εξ ιδρύσεως έχει χαράξει. Ή διάλυση προκειμένου ορισμένοι να πάρουν αυτό που ποθούν εδώ και χρόνια, δηλαδή το βουλευτιλίκι, μέσα από την προσχώρηση στον πρώτο τυχόντα.
Τόσο απλά είναι τα πράγματα.
Τόσο απλά ήταν ανέκαθεν τα πράγματα. Τουλάχιστον για όποιον έχει σώας τα φρένας και δεν διακατέχεται από το σαράκι της μικροαστικής ιδιοτέλειας.
Ο Δημήτρης Καζάκης είναι Πρόεδρος του Ε.ΠΑ.Μ.
Μπουρδολογία συνήθης απο τον πρόεδρα! Όποιος δε συμφωνεί μαζί του είναι όλα τα κακά ενώ αυτός είναι ο ίδιος ο λαός!