Αυτό το απίθανο ντουέτο, που δεν είναι καθόλου παρά φύσιν, αφού κόστισε στην Ελλάδα 86 δισεκατομμύρια ευρώ εν ονόματι της απαλλαγής της από τα μνημόνια, τους «τοκογλύφους» και τον «νεοφιλελευθερισμό», σήμερα καλείται να εφαρμόσει κανόνες και να πραγματοποιήσει μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να είχαν δρομολογηθεί από το …1982. Δηλαδή πριν από 34 χρόνια.
Πλην όμως, οι μεταρρυθμίσεις αυτές ποτέ δεν έγιναν γιατί δεν τις ήθελε το τριτοκοσμικό και οπισθοδρομικό ΠΑΣΟΚ, αλλά υπονομεύθηκαν και από τις φαιοκόκκινες πολιτικές παρατάξεις κάθε φορά που δειλά δρομολογήθηκαν από τις κυβερνήσεις του Κων. Μητσοτάκη και του Κ. Σημίτη. Ακόμα χειρότερα, στην μεταπολιτευτική Ελλάδα η ιδεολογία του (δήθεν) «εθνικού συμφέροντος» και της συναφούς «εθνικής ταυτότητας» οδήγησε σε αυτοκολακευτικές εθνικιστικές μυθοπλασίες, με απώτερο στόχο την αποτροπή αλλαγών οι οποίες θα έβγαζαν την χώρα από την οικονομική καθυστέρηση και την κοινωνική υπανάπτυξη.
Ενώ, λοιπόν, η ελληνική κοινωνία βυθιζόταν στο τέλμα της συνολικής υπανάπτυξης, κάθε προσπάθεια εξόδου με δανεικά από την κατάσταση αυτή βαπτιζόταν «νεοφιλελεύθερη» και ακυρωνόταν. Έτσι, σε μία κρίσιμη καμπή του 21ου αιώνα, η Ελλάδα κατάντησε να είναι ένα κοινωνικο-οικονομικό παράσιτο, μία «ειδική περίπτωση» όπως λέει και ο διαπρεπής καθηγητής κ. Παν. Ιωακειμίδης, η οποία δεν είναι διόλου σίγουρο ότι θα μπορέσει να ανακάμψει. Επειδή δε τα γεγονότα είναι πεισματάρικα και η Ιστορία εκδικείται, αυτοί που με την ιδεολογία τους συνέβαλαν τα μέγιστα στην συνολική παρακμή της χώρας, καλούνται να την βγάλουν από το τέλμα εφαρμόζοντας αυτά που κάποτε ξόρκιζαν.
Μπορούν να καταφέρουν κάτι θετικό; Πολύ φοβούμεθα πως όχι. Η ζημιά που έχει υποστεί η χώρα από τον εθνικολαϊκισμό και τον συναφή κρατισμό είναι πολύ μεγάλη. Η βλάβη είναι σχεδόν ανήκεστος. Συνεπώς, η όποια επαναφορά της χώρας στην κανονικότητα και την ανάπτυξη θα πάρει χρόνο. Οι ουραγοί δεν ανεβαίνουν γρήγορα προς τα πάνω, κυρίως δε αυτό δεν συμβαίνει με θαύματα.
Από την άποψη αυτή, ιδού ποια είναι η θέση της χώρας στον κόσμο και ο καθένας ας βγάλει τα απαιτούμενα συμπεράσματα.
Από πλευράς οικονομικής ελευθερίας, σύμφωνα με τον Δείκτη που εκπονεί κάθε χρόνο το Heritage Foundation, η Ελλάδα του εθνικολαϊκισμού επί 168 χωρών βρίσκεται στην 138η θέση, ήτοι τριάντα θέσεις πιο πάνω από την τελευταία την οποία κατέχει η Βόρεια Κορέα –που είναι και το πιο απεχθές ολοκληρωτικό κομμουνιστικό κράτος στον κόσμο σήμερα. Ας σημειωθεί, όμως, ότι πάνω από την Ελλάδα στην κατάταξη αυτή βρίσκονται χώρες όπως η Ουγκάντα, η Τανζανία, το Μπαγκλαντές και η Μπουρκίνα Φάσο. Σαφώς δε, η χώρα στην οποία οι δυνάμεις της «προόδου» αρνούνται κάθε πρόοδο είναι τελευταία σε οικονομική ελευθερία στην Δύση και με διαφορά από τις χώρες που προηγούνται.
Θύμα του πελατειακού προστατευτισμού ενός διανεμητικού με δανεικά και επιδοτήσεις κράτους, καθώς και υπό την επήρεια του φαιοκόκκινου σκοταδισμού, η ελληνική κοινωνία προβάλλει ισχυρές αντιστάσεις όχι μόνον σε κλασσικές μορφές ελευθερίας αλλά ακόμα και σε φαινόμενα καταπολέμησης της διαφθοράς που γεννά η ανελευθερία. Τα ριζώματα δε αυτά, λέει ο Παν. Γεννηματάς, εκτρέφονται και αναπαράγονται πάνω σε σύστοιχες πολιτιστικές υποδομές βαθύτερης ανατολικο-μεσογειακής γενεαλογίας.
Στο επίπεδο της ανταγωνιστικότητας, με βάση τον σχετικό Δείκτη του World Economic Forum, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 81η θέση –πολύ πιο κάτω όχι μόνον από την Ισπανία, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, οι οποίες βρίσκονται υψηλά, αλλά και από την Μποτσουάνα και την Σρι Λάνκα.
Από πλευράς επενδύσεων ως προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της, η χώρα μας βρίσκεται στην 160η θέση μεταξύ 173 χωρών, με ποσοστό που μόλις ξεπερνά το 17%, όταν σε χώρες όπως η Τουρκία είναι υπερδιπλάσιο. Πάντως, η «νεοφιλελεύθερη» χώρα μας βάζει τα γυαλιά στην Ερυθραία, το Νότιο Σουδάν, την Υεμένη και Ζιμπάμπουε…
Αναφορικά με την ευκολία του επιχειρείν, στον Δείκτη που εκδίδεται από την Παγκόσμια Τράπεζα, συνυπολογίζοντας παράγοντες όπως η γραφειοκρατία, η φορολογία, το νομικό καθεστώς και οι μέρες αδειοδότησης, η Ελλάδα είναι προτελευταία μεταξύ των ισχυρών χωρών και 60η παγκοσμίως. Η δε θέση της στην κατάταξη θα ήταν πολύ πιο κάτω αν η χώρα, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν επωφελείτο από την ελεύθερη διακίνηση των εμπορευμάτων και την έλλειψη δασμών. Αυτά τα στοιχεία ανεβάζουν ψηλά στην σχετική κατάταξη όλες τις χώρες μέλη της ΕΕ, παρά τις περί αντιθέτου ηλιθιότητες που εκστομίζουν οι λαϊκιστές της κυρίας Μαρίν Λεπέν στην Γαλλία και του φαιδρού Μπ. Τζόνσον στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Προτελευταία επίσης είναι η Ελλάδα και στην κατάταξη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως (ΟΟΣΑ) που εκπονεί τον Δείκτη ποιότητας ζωής. Με βασικά κριτήρια την εκπαίδευση, το περιβάλλον, την ασφάλεια, το εισόδημα, την συμμετοχικότητα του πολίτη και την ισορροπία εργασίας και ελεύθερου χρόνου, η χώρα μας έχει την χειρότερη ποιότητα ζωής στην Ευρώπη και γενικώς βρίσκεται μόνον πάνω από την Τουρκία.
Ακόμα χειρότερα, στη περίφημη κατάταξη PISA, που αξιολογεί το κριτικό και δημιουργικό πνεύμα των νέων φοιτητών, η χώρα μας είναι τελευταία. Κατά συνέπεια, δεν συντρέχει κανένας απολύτως λόγος να ανησυχούν οι πολέμιοι της αριστείας και αυτοί που θεωρούν την καρριέρα ασθένεια όπως η χολέρα… Στο καθεστώς του εθνικολαϊκισμού, οι μεν άριστοι φεύγουν αναζητώντας καλύτερη τύχη αλλού, οι δε καρριερίστες είναι βέβαιο ότι προσβλήθηκαν από την χολέρα της μονίμου ανεργίας.
Υπό το φως των όσων προηγούνται, τα ριζώματα του εθνικολαϊκισμού και η απομάκρυνση της Ελλάδας από την μετανεωτερικότητα του 21ου αιώνα οδηγούν και στην ποιοτική έκπτωση του πολιτικού προσωπικού της χώρας, με τραγική συνέπεια το άδηλον του μέλλοντος. Έτσι απλά.
http://kourdistoportocali.com