Του Παναγιώτη Στάθη
Ζητήματα παραγραφής και ακυρότητας υποθέσεων σκανδάλων που απασχολούν την ελληνική δικαιοσύνη και έχουν και αλλοδαπούς κατηγορούμενους, ανοίγει η αναβολή επ' αόριστον της δίκης της Siemens, αφού πλέον γίνεται -όπως προβλέπει βέβαια ο νόμος του 2014, η ΕΔΣΑ κλπ– επισήμως δεκτό ότι η μη μετάφραση των βασικών εγγράφων της δικογραφίας στη μητρική γλώσσα κατηγορουμένων προκαλεί πλήρη ακυρότητα της διαδικασίας.
Ήδη στο στόχαστρο είναι τουλάχιστον τρεις μεγάλες υποθέσεις που θα απασχολήσουν τη δικαιοσύνη το Φθινόπωρο και οι οποίες κινδυνεύουν να τιναχθούν στο αέρα, μαζί βέβαια με το ατελές, όπως αποδεικνύεται σύστημα απονομής δικαιοσύνης της χώρα μας. Το πρόβλημα π.χ είναι μεγάλο στις υποθέσεις των εξοπλιστικών, αφού τα ζητήματα εκεί τα προβλήματα είναι δυο:
 
-Στην ανάκριση σύμφωνα με καταγγελίες αξιόπιστων πηγών των δικαστηρίων σοβαρές ανακριτικές διαδικασίες σκοντάφτουν στην έλλειψη χρημάτων των ελληνικών δικαστικών αρχών που δεν πληρώνουν μεταφραστές, οι οποίοι είναι απαραίτητοι για τη μετάφραση δικαστικών εγγράφων και συμβάσεων, όπως επίσης και διερμηνέων, οι οποίοι χρειάζονται για να μεταφράζουν στη διάρκεια της απολογίας αλλοδαπών κατηγορουμένων. Αποτέλεσμα είναι να μην ολοκληρώνονται υποθέσεις από τις οποίες θα έμπαιναν  στα ταμεία του Δημοσίου τουλάχιστον 35 εκατ. ευρώ, τα οποία έχουν δεσμευτεί, καθώς βρέθηκαν σε λογαριασμούς κατηγορουμένων σε υποθέσεις εξοπλιστικών προγραμμάτων.
 
Για να γίνει κατανοητό το πρόβλημα, πρέπει να εξηγηθεί πως βάσει νομικών διατάξεων, κάθε αλλοδαπός κατηγορούμενος πρέπει να έχει επίσημο διερμηνέα και τα έγραφα στην μητρική του γλώσσα. Οι διερμηνείς λοιπόν της γερμανικής, που είναι οι πιο απαραίτητοι, δεν εμφανίζονται, καθώς τα 14 ευρώ την ημέρα, που δίνονται ως αμοιβή -μείον η παρακράτηση του φόρου- είναι ελάχιστα, όταν τα γραφεία διερμηνέων δίνουν ως αμοιβή σε μεταφραστές περίπου 300 ευρώ την ημέρα! Να σημειωθεί ότι στα ανακριτικά γραφεία εκκρεμούν σοβαρές δικογραφίες
 
-Ηδη έχουν παραπεμφθεί σε δίκη υποθέσεις με αλλοδαπούς κατηγορούμενους (π.χ υποβρύχια) αλλά, οι πληροφορίες λένε, πως κι εκεί τα βασικά έγγραφα είναι αμετάφραστα. Τι θα συμβεί λοιπόν όταν τεθεί ζήτημα ακυρότητας;
 
Άλλες τρεις υποθέσεις
 
Για το φθινόπωρο όμως έχει προγραμματισθεί σειρά δικών ή ανακριτικών διαδικασιών που αφορούν και αλλοδαπούς κατηγορουμένους. Σε αυτές θα δημιουργηθεί με την απόφαση της έδρας στη δίκη Siemens, αλλά κυρίως με την ποινική δικονομία της χώρας –που από το 2014 διασφαλίζει ότι οι κατηγορούμενοι θα παίρνουν σημαντικά έγγραφα της δικογραφίας στη γλώσσα τους– σοβαρό πρόβλημα ακυρότητας, αν δεν ληφθούν τα ανάλογα οργανωτικά μέτρα. Τέτοιες υποθέσεις είναι:
1. Η δίκη για τα συστήματα Asrad, σύμβαση 188 εκατ. ευρώ όπου έχουν κληθεί και έχουν απολογηθεί στελέχη της γερμανικής Rheinmetall και οι περισσότεροι από αυτούς θα παραπεμφθούν. Να σημειωθεί ότι και σε αυτή την υπόθεση, όπως και στη Siemens, μεγάλο μέρος των αποδεικτικών στοιχείων προέρχεται από τις ίδιες τις γερμανικές αρχές και κυρίως από τον συμβιβασμό της εταιρείας με την Εισαγγελία της Βρέμης. Νομικοί κύκλοι παρατηρούν πάντως ότι, αν δοθούν αυτούσια μεταφρασμένα στο κατηγορητήριο κείμενα από τη γερμανική δικογραφία, θα ενισχυθεί η επιχειρηματολογία τους ότι κάποιοι από τους αλλοδαπούς κατηγορουμένους θα δικαστούν δεύτερη φορά στην Ελλάδα για πράξη που έχει ήδη κριθεί στη Γερμανία. Μέχρι σήμερα το Συμβούλιο Εφετών παρέπεμπε την κρίση του θέματος αυτού στο ακροατήριο, απορρίπτοντας παρόμοιες ενστάσεις των δικηγόρων των κατηγορουμένων.
 
2. Η ανάκριση για τα ιπτάμενα ραντάρ της Ericsson Erieye ΑΣΕΠΕ στο πλαίσιο της οποίας καλούνται 7 Σουηδοί να εξηγήσουν αν και πότε δόθηκαν μίζες σε στελέχη του ΥΕΘΑ για την αγορά του συστήματος των 400 εκατ. ευρώ. Και στην υπόθεση αυτή ένα μέρος –σαφώς μικρότερο– της δικογραφίας προέρχεται από σουηδικές έρευνες. Όμως ένας σημαντικός ύποπτος που κατέθεσε ως μάρτυρας είναι ο Βρετανός δικηγόρος Πίτερ Κόλεριτζ και όσα έχει πει πρέπει να μεταφραστούν, για όσους δεν ξέρουν αγγλικά, στα σουηδικά, ενώ πολλά έγγραφα και η μαρτυρία του Α. Κάντα, που "πυροδότησε" τις έρευνες που έχουν τεθεί υπ’ όψιν του Κόλεριτζ, πρέπει να είναι μεταφρασμένα στη γλώσσα του εφόσον παραπεμφθεί στο ακροατήριο.
3. Τα ορθοπεδικά της DePuy. Η δίκη ως προς τους γιατρούς έχει διαχωρισθεί από εκείνη των αντιπροσώπων της εταιρείας. Στην ανάκριση έχουν εμφανισθεί και καταθέσει και Βρετανοί υπήκοοι ως ύποπτοι που χρησιμοποίησαν είτε διερμηνείς πληρωμένους από την εταιρεία τους είτε μεταφράσεις που τους εξασφάλισαν με δικά τους έξοδα οι συνήγοροί τους. Οσο πλησιάζουμε στη δίκη, αυτό πρέπει να γίνει με ευθύνη και έξοδα του ελληνικού Δημοσίου, αν και στη σχετική διάταξη προβλέπεται ότι αυτό μπορεί να γίνει και με έξοδα του κατηγορουμένου εφόσον αυτός έχει τα οικονομικά μέσα. Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, η DePuy, θυγατρική εταιρεία του αμερικανικού κολοσσού JOHNSON & JOHNSON, φέρεται να έδρασε την περίοδο από το 2000 ώς το 2006, προκαλώντας ζημιά άνω των 11,5 εκατομμυρίων ευρώ στο ελληνικό Δημόσιο. Κατά το κατηγορητήριο, η εταιρεία υπερκοστολογούσε τα ορθοπεδικά κατά τουλάχιστον 35% και τα προμήθευε σε 114 νοσοκομεία σε ολόκληρη τη χώρα. Για να το πετύχει αυτό δωροδοκούσε γιατρούς που φέρονται να έπαιρναν μίζες και "δώρα".