Μια πολυσέλιδη αναφορά του Εισαγγελέα Εφετών Γιάννη Αγγελή μέσω της οποίας καταγγέλλει μεθοδεύσεις υπέρ του Ανδρέα Βγενόπουλου στους κόλπους της Δικαιοσύνης, προκαλεί νέα ερωτηματικά για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν ορισμένοι ανώτατοι εισαγγελείς.
Ο Εισαγγελέας Αγγελής εξαπολύει πυρά κατά συγκεκριμένων προσώπων και κυρίως κατά της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευτέρπης Κουτζαμάνη, αλλά και του επικεφαλής της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών Ισίδωρου Ντογιάκου. Οι καταγγελίες Αγγελή αφορούν μεθοδεύσεις και προσπάθειες κάλυψης του επιχειρηματία Βγενόπουλου ή στην καλύτερη περίπτωση αμέλεια από συνολικά πέντε συναδέλφους του: δηλαδή, πέρα από την Κουτζαμάνη και τον Ντογιάκο, τη Γεωργία Τσατάνη η οποία αρχειοθέτησε την υπόθεση, στον Εισαγγελέα Εφετών Σταμάτη Δασκαλόπουλο, την Προϊσταμένη της Εισαγγελίας Διαφθοράς Ελένη Ράικου και τον σύνδεσμο της EUROJUST Νίκο Ορνεράκη. Για τους δύο τελευταίους αφήνει να εννοηθεί πως ενδεχομένως να εκτελούσαν εντολές των ανωτέρων τους.
«Με απέπεμψε σκαιώς»
Ο Εισαγγελέας Αγγελής υπήρξε Εισαγγελέας Δικαστικής Συνδρομής ο οποίος είχε ζητήσει από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ευτέρπη Κουτζαμάνη να αξιοποιηθούν τα στοιχεία που παρείχαν οι Δικαστικές Αρχές της Κύπρου για τη σχέση του Βγενόπουλου με το σκάνδαλο της Λαϊκής, αλλά τελικώς η Εισαγγελέας του Ανώτατου Δικαστηρίου όχι μόνο αρνήθηκε αλλά του συμπεριφέρθηκε σκαιά διώχνοντάς τον από το γραφείο της. Ο Αγγελής αναφέρει συγκεκριμένα σε σχέση με την ανώτατη εισαγγελική λειτουργό ότι «την 18-11-2014 στο γραφείο της κας Εισαγγελέως του Α.Π. (και ύστερα από πρόσκλησή της) σε συνάντηση μεταξύ της κας Εισαγγελέως του Α.Π. κ. Νικόλαου Παντελή και Ελένης Ράικου, έγινε έντονη επίπληξη προς εμένα από την κα Εισαγγελέα Α.Π., γιατί υπέβαλα την από 13-11-2014 αναφορά μου, χωρίς την έγκρισή της, όπως μου είχε παραγγείλει (προφορικώς) κατά τις προηγούμενες συναντήσεις μας. Όταν εξέφρασα την άποψη ότι να δικαιούμαι να έχω δική μου γνώμη, διαφορετική από τη δική της, αφού εγώ βάζω την υπογραφή μου, προ πάντων όμως όταν της είπα (κατά λέξη) ‘’πείτε μου γραπτώς με παραγγελία Σας, τι ακριβώς θέλετε να κάνω κι εγώ θα το κάνω εάν δεν έχω προβλήματα συνείδησης και τι λάθος έκανα μέχρι τώρα για το διορθώσω’’ αυτή σηκώθηκε από το γραφείο της και με ‘’απέπεμψε σκαιώς’’ από τον χώρο, λέγοντάς μου ταυτόχρονα (κατά λέξη) ‘’δεν ντρέπεσαι να υπερασπίζεσαι τους Κύπριους χωροφύλακες και όχι εμάς τους Έλληνες’’».
Ενδιαφέρον είναι πάντως ότι στη συγκεκριμένη συζήτηση η Κουτζαμάνη εμφανίζεται να χρησιμοποιεί τον όρο «Έλληνες» όπως ακριβώς κάνει και ο Βγενόπουλος όταν προσπαθεί να εμφανίσει το σκάνδαλο της Λαϊκής ως διαμάχη μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου.
«Ήθελε να επιστρέψω τα εντάλματα ανεκτέλεστα»
Η αναφορά αυτή του Γιάννη Αγγελή, ο οποίος ζητάει πειθαρχικό και ποινικό έλεγχο της Κουτζαμάνη, αφορά παρεμπόδιση της έρευνας για τον Βγενόπουλο για την οποία η Κουτζαμάνη εμφανίζεται να έχει ζητήσει, πέρα από κάθε αρμοδιότητά της, να ενημερώνεται προσωπικά. Σύμφωνα με την αναφορά, ο Αγγελής ως Εισαγγελέας Δικαστικής Συνδρομής είχε ενημερώσει την ίδια για τα στοιχεία που παρέδωσαν οι Κύπριοι για τον Βγενόπουλο αλλά εκείνη όχι μόνο δεν προωθούσε την υπόθεση αλλά επέμενε χωρίς να έχει αρμοδιότητα, με παρεμβάσεις της, να εγκριθούν αιτήματα του Βγενόπουλου για να μην παρασχεθεί δικαστική συνδρομή στην Κυπριακή Εισαγγελία.
Σύμφωνα με τον Εισαγγελέα «την 7-11-2014 με πρωτοβουλία (ύστερα από πρόσκληση) της κας Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου πραγματοποιείται συνάντηση στο γραφείο της μεταξύ εθνικού μέλους της Ελλάδας στη EUROJUST κ. Νικολάου Ορνεράκη και εμού ως υπευθύνου τμήματος δικαστικής συνδρομής. Αντικείμενο της συζήτησης ήταν η νομική αντιμετώπιση και πορεία των αιτημάτων που υπέβαλε ο κ. Βγενόπουλος και με τα οποία ζητούσε να επιστρέφονται στην αποστέλλουσα αυτά Δικαστική αλλοδαπή Αρχή (Κύπρο) τα σχετικά αιτήματα με την αιτιολογία ότι: α) δεν υφίσταται η απαιτούμενη διπλή εγκληματικότητα, β) δεν θεμελιώνεται η Αρχή της αμοιβαιότητας, γ) τυχόν εκτέλεση των αιτημάτων πρόκειται να διαταράξει τις Διεθνείς σχέσεις της χώρας. Έγινε έντονη προσπάθεια από την κα Εισαγγελέα του Α.Π., η οποία εμφανώς φαίνεται να ‘’υιοθετεί’’ την αποδοχή των παραπάνω αιτήσεων των καθού η ποινική έρευνα, να πεισθώ να κάνω δεκτές τις αιτήσεις και να επιστρέψω στις Κυπριακές Αρχές τα αιτήματα ανεκτέλεστα, με την αιτιολογία ότι ελλείπει η αμοιβαιότητα και το διπλό αξιόποινο. Υπήρξε έντονη διαφωνία εκ μέρους μου στις προτροπές της».
«Η αναφορά διαβιβάστηκε με μη προβλεπόμενο τρόπο»
Ο Αγγελής περιγράφει περαιτέρω πως με μεθόδευση, η αναφορά που είχε κάνει για να αναφέρει όσα του παρέδωσαν οι Κύπριοι, ανατέθηκε στην Τσατάνη μέσα από συνεννόηση της Κουτζαμάνη με τη Ράικου, ενώ ήταν καταγγελίες που αφορούσαν θέματα Διαφθοράς και έπρεπε να ερευνηθούν από την αρμόδια Εισαγγελία Διαφθοράς. Κουτζαμάνη και Ράικου, φέρονται συγκεκριμένα φέρονται να χρησιμοποιούν το επιχείρημα πως πρόκειται για καταγγελίες Ανώτερου Εισαγγελέα, του Αγγελή δηλαδή και έπρεπε να ερευνηθούν από Ανώτερο από αυτόν. Το επιχείρημα όμως αυτό αφορά καταγγελίες που γίνονται κατά Ανώτερου Εισαγγελέα και όχι από Ανώτερο Εισαγγελέα. Έτσι μεθοδεύτηκε το άνοιγμα της έρευνας αυτής από την Τσατάνη και η συσχέτιση αυτής της δικογραφίας με τη βασική του Βγενόπουλου με αποτέλεσμα να κλείσει.
Σχετικά με τα παραπάνω ο Αγγελής αναφέρει επί λέξει: «την 16-12-2014, η κα Ράικου αντί να συσχετίσει (ως όφειλε κατά τον Ν. 4022/2011 και Ν. 3666/2008) την από 13-11-2014 αναφορά μου με τις ήδη υπάρχουσες στο γραφείο της σχετικές ποινικές έρευνες, (όπως κατ’ επανάληψη της είχα εξηγήσει), αυτή διαβίβασε την αναφορά μου στην κα Εισαγγελέα Α.Π. με το μη προβλεπόμενο από διάταξη νόμου (πλην των περιπτώσεων πειθαρχικών αναφορών) περίεργο νομικό σκεπτικό ότι, ‘’…ο χειρισμός της εν λόγω αναφορά πρέπει να ανατεθεί σε ανώτερό του κατά βαθμό Εισαγγελικό Λειτουργό’’».
Κατά τον Αγγελή «θα πρέπει να διερευνηθεί, εάν η διαβίβαση αυτή έγινε με δική της πρωτοβουλία, εν όψει του γεγονότος ότι, η κα Ράικου ήταν παρούσα κατά τη διαφωνία μου με την κα Εισαγγελέα Α.Π. την 18-11-2014 και εν όψει του γεγονότος ότι, εγώ τουλάχιστον (αλλά και ο κ. Ορνεράκης), είχαμε προφορικές εντολές να μην κάνουμε οτιδήποτε για τη συγκεκριμένη υπόθεση, χωρίς την έγκριση της Εισαγγελέως Α.Π.». Ενδιαφέρον είναι επίσης, σύμφωνα με τον Εισαγγελέα «εάν αποφάσισε με δική της πρωτοβουλία να δημιουργήσει μια επιπλέον δικογραφία, την οποία θα χειριζόταν άλλος Εισαγγελικός Λειτουργός, που δεν υπηρετούσε στο τμήμα καταπολέμησης της διαφθοράς και σε τι θα εξυπηρετούσε αυτό την έρευνα της συγκεκριμένης υπόθεσης, εν όψει μάλιστα της κατάληξης που είχε τελικώς (τέθηκε στο Αρχείο)».
«Ψήφισέ με και μη φοβάσαι τίποτα»
Μείζον ζήτημα που χρήζει φυσικά διερεύνησης ανακύπτει κι από τα καταγγελλόμενα για τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών Ισίδωρο Ντογιάκο. Ο Γιάννης Αγγελής αναφέρεται συγκεκριμένα σε καταγγελίες που έχει κάνει με άλλη του αναφορά κατά του Ντογιάκου για πιέσεις που άσκησε στην υπόθεση Βγενόπουλου, ενώ αναφέρεται και στην απομάκρυνσή του από την Εισαγγελία Δικαστικής Συνδρομής. Σύμφωνα με τον Αγγελή, ο Ντογιάκος πριν την εκλογή του στη θέση του Προϊσταμένου της Εισαγγελίας του πρότεινε να τον ψηφίσει «και να μην φοβάται τίποτα».
Ο Αγγελής, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, όταν αποπέμφθηκε από το γραφείο της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου με το επιχείρημα ότι «υπερασπίζεται τους Κύπριους χωροφύλακες και όχι τους Έλληνες» γνωστοποίησε το περιστατικό προφορικώς σε όλους τους υπηρετούντες στο τμήμα δικαστικής συνδρομής, καθώς και σε όλους σχεδόν τους Εισαγγελείς αλλά και σε αρκετούς αντεισαγγελείς Εφετών. «Όλοι σχεδόν», λέει ο Αγγελής, «απαντούσαν με το συμπέρασμα ότι ‘’δεν σε συμφέρει να κάνεις τίποτα, εσύ θα βγεις χαμένος, εσύ είσαι το αυγό και αυτή η πέτρα».
Την περίοδο εκείνη, κατά την οποία ο Αγγελής φαίνεται να γνώριζε ότι γίνονταν προσπάθειες απομάκρυνσής του από το τμήμα δικαστικής συνδρομής, ο Ισίδωρος Ντογιάκος ήταν ακόμη υποψήφιος προϊστάμενος της Εισαγγελέας Εφετών και βέβαια ενήμερος για τις καταγγελίες κατά της Κουτζαμάνη. Όπως υποστηρίζει ο Αγγελής όταν προφανώς συζήτησαν το θέμα και εξέφρασε στον Ντιγιάκο την ανησυχία του για ενδεχόμενη απομάκρυνσή του, εκείνος του απάντησε επί λέξει: «ψήφισε εμένα και δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα, δεν πρόκειται να σε κουνήσεις κανένας από τη θέση σου’».
«Ο Βγενόπουλος κέρδισε επτά μήνες και δεν έδωσε εξηγήσεις»
Ρόλο στην υπόθεση κατά τον Αγγελή έχει παίξει και ο Εισαγγελέας Δασκαλόπουλος στον οποίο ανατίθεται συστηματικά η κρίση των αιτημάτων του Βγενόπουλου να μην παρασχεθεί δικαστική συνδρομή στην Κύπρο. Ενώ όμως συμβαίνει αυτό, δηλαδή η έγκριση ή η απόρριψη των αιτημάτων αναλαμβάνεται από έναν Εισαγγελέα, στη συνέχεια, τα αιτήματα που σχετίζονται με την έκδοση των συνεργατών του Βγενόπουλου, παραπέμπονται σε Δικαστικό Συμβούλιο. Δηλαδή η Εισαγγελία Εφετών χρησιμοποιεί δύο μεθοδολογίες (σε όλες συμμετέχει απ’ ό,τι φαίνεται ο Δασκαλόπουλος) με αποτέλεσμα ο Βγενόπουλος να κερδίζει χρόνο και να μην ανακρίνεται από τις κυπριακές Αρχές.
Τα λεγόμενα Αγγελή σε σχέση με τον ρόλο που φέρεται να έχει παίξει ο Εισαγγελέας Δασκαλόπουλος έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Σύμφωνα με τον καταγγέλλοντα Εισαγγελέα «από το τέλος Ιουλίου 2015 μέχρι και τις αρχές του έτους 2016 κατατίθενται από τους εμπλεκόμενους στην επίδικη δικαστική συνδρομή αριθμός αιτήσεων στην Εισαγγελία Εφετών με τα ίδια περίπου αιτήματα, που είχαν καταθέσει το Οκτώβριο του 2014 και οι οποίες (αιτήσεις) είχαν τεθεί στο Αρχείο με διατάξεις, τόσο από τον προϊστάμενο του τμήματος δικαστικών συνδρομών, όσο και από την Εισαγγελία του Α.Π. ύστερα από γραπτή εισήγηση του Εισαγγελέα Εφετών κ. Δασκαλόπουλου». Ο Αγγελής διερωτάται γιατί οι αιτήσεις αυτές δεν διαβιβάστηκαν στον ίδιο, ούτε καν για να λάβει γνώση, αφού μέχρι τις 19 Οκτωβρίου 2015 εξακολουθούσε να προΐσταται του τμήματος δικαστικών συνδρομών. «Ποιος τις απέκρυψε και γιατί; Υπήρχε κάποιος εμφανής ή συγκεκριμένος λόγος; Μπορεί να μου αποδοθεί ή να μου καταλογιστεί ή έστω να υποδείξει κάποιος, οποιαδήποτε συγκεκριμένη – λανθασμένη ενέργειά μου, εν όψει και της γνωστής νομικής ‘’θέσης’’ μου ως προς τον τρόπο χειρισμού της εν λόγω υπόθεσης και ως προς την πορεία που θα είχαν οι εν λόγω αιτήσεις», διερωτάται συγκεκριμένα ο Εισαγγελέας.
Αναφέρει μάλιστα ότι «οι αιτήσεις αυτές χρεώνονται τελικώς στον κ. Δασκαλόπουλο, στις αρχές Ιανουαρίου 2016, ο οποίος υποβάλλει (απορριπτική) πρόταση στο Δικαστικό Συμβούλιο και εκδίδεται το με αριθμό 16/2016 Βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών με το οποίο απορρίπτονται και κατ’ ουσία. Και εδώ ερωτάται: γιατί ο κ. Δασκαλόπουλος δεν ακολούθησε την ίδια πρακτική με αυτήν που είχε ακολουθήσει ένα έτος ενωρίτερα; Γιατί δηλαδή δεν τις έθεσε στο Αρχείο με Διάταξή του, αφού θα υπήρχε το ίδιο αποτέλεσμα με αυτό του Δικαστικού Συμβουλίου; Ποιος ωφελήθηκε από την ενέργειά του αυτή; Τι κέρδισαν οι εμπλεκόμενοι απ’ αυτή την ‘’εισαγωγή της υπόθεσης’’ στο Δικαστικό Συμβούλιο, αφού η ταχύτητα της διαδικασίας είναι το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της διεθνούς δικαστικής συνδρομής;».
Η απάντηση είναι, σύμφωνα με τον Αγγελή ότι «α) ‘’κέρδισαν’’ περίπου επτά (7) μήνες χρόνο, β) δεν έδωσε ο κυρίως εμπλεκόμενος (σ.σ. Βγενόπουλος) εξηγήσεις στις Κυπριακές Αρχές που τον Σεπτέμβριο του 2015 ήρθαν στην Ελλάδα (στα πλαίσια δικαστικής συνδρομής) για να τον εξετάσουν». Ο Αγγελής αναρωτιέται τέλος, «ποιος αποφάσισε ότι οι αιτήσεις αυτές πρέπει να ‘’συγκεντρωθούν’’ και να εισαχθούν στο Δικαστικό Συμβούλιο Εφετών κατ’ ανάλογη εφαρμογή του 458 ΚΠΔ, σε αντίθεση με τη μέχρι τότε κρατούσα πρακτική; Ποιος αποφάσισε αυτή τη διαφορετική μεταχείριση;».
«Με απέκλεισαν από συνάντηση της EUROJUST»
Ο Αγγελής καταγγέλλει ακόμη πως ενώ είναι Εισαγγελέας Δικαστικής Συνδρομής, με μεθοδεύσεις στις οποίες συμμετέχει και ο εκπρόσωπος της EUROJUST Εισαγγελέας Ορνεράκης, δεν καλείται τον Ιούλιο του 2015 στη συνάντηση ελληνικών και κυπριακών διωκτικών Αρχών για την υπόθεση Βγενόπουλου. Παράλληλα, η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δεν ανταποκρίνεται στα αιτήματα των Κυπρίων για κοινές συναντήσεις, ενώ όποτε αυτό δεν μπορεί να αποφευχθεί, η ελληνική πλευρά εμφανίζει προχρονολογημένο αίτημα για να προεδρεύει στις συναντήσεις. Σημειωτέων πως όποια χώρα ζητά τη συνάντηση αναλαμβάνει και την Προεδρία της διαδικασίας.
Σύμφωνα με τον Αγγελή, οι συναντήσεις της EUROJUST γίνονται πάντα με τη συμμετοχή του εθνικού μέλους της EUROJUST και του προϊσταμένου του τμήματος δικαστικής συνδρομής. Ωστόσο, στη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στις 17 Ιουλίου 2015, οι «διοργανωτές», όχι μόνο δεν φρόντισαν να συμμετέχει Εισαγγελικός Λειτουργός με σχετική γνώση και εμπειρία σε θέματα δικαστικών συνδρομών, αλλά ενδεχομένως και να ενήργησαν με αθέμιτο τρόπο, προκειμένου να μην συμμετέχει.
Λέει συγκεκριμένα ο Εισαγγελέας Αγγελής: «για λόγους που ο κ. Ορνεράκης (καθώς και όσοι ενδεχομένως κατευθύνουν αυτόν, εκτός εάν ενεργεί με δική του πρωτοβουλία) γνωρίζει, η συνάντηση ορίζεται (χωρίς να ενημερωθώ) για την 10-7-2015, ημέρα κατά την οποία είχα ποινικό ακροατήριο, ενώπιον του Α’ Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών (εκ διακοπής από 5-6-2015). Και ‘’ο νοών νοείτο’’».
Ο Αγγελής θέτει μάλιστα επιπλέον ερωτήματα, διερωτώμενος «ποιος οργάνωσε τη συγκεκριμένη συνάντηση χωρίς να το γνωρίζω, αλλά προπάντων χωρίς να συμμετέχω, παρά το γεγονός μάλιστα ότι η συγκεκριμένη συντονιστική συνάντηση φαίνεται ότι γίνεται με δική μου πρωτοβουλία και επομένως επιθυμούσα να εκθέσω προβλήματα της επίδικης δικαστικής συνδρομής» κι ακόμη «ποιος αποφάσισε για τα άτομα που θα συμμετέχουν από ελληνικής πλευράς και ποιος απέκλεισε εμένα και για ποιον λόγο».
Μετά την αναφορά, η μήνυση Βγενόπουλου στη Θάνου
Όλα όσα καταγγέλλει ο Αγγελής αφορούν έρευνες των κυπριακών Αρχών σε σχέση με την κατάσταση της κυπριακής Οικονομίας και πιθανή διάπραξη αδικημάτων που έχουν τελεστεί από Κύπριους και Ελλαδίτες τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα. Σε σχέση με την Ελλάδα συγκεκριμένα, διερευνώνται δύο εγκλήματα: πρώτον, διεθνής διαφορά – δωροδοκία ύψους 1 εκατ. ευρώ που φέρεται ότι έχουν αποσταλεί από την Ελλάδα προς τον πρώην διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου ώστε να διενεργήσει συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις προς όφελος της Marfin Financial Group και δεύτερον, οικονομικό έγκλημα για παράνομη χορήγηση δανείων από τη Marfin Egnatia Bank όταν αυτή βρισκόταν υπό ελληνική διοίκηση, κατά παρέκκλιση των εσωτερικών κανονισμών και χωρίς την τήρηση των τραπεζικών πρακτικών, σε φυσικά πρόσωπα και εταιρίες συνδεδεμένες αμέσως ή εμμέσως με τη MIG.
Είναι σημαντικό πως η αναφορά του Εισαγγελέα Γιάννη Αγγελή, κατατέθηκε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών στις 25 Απριλίου. Μετά τη διαρροή της, ο Βγενόπουλος εμφανίζεται να κάνει μήνυση κατά της Προέδρου του Αρείου Πάγου Βασιλικής Θάνου, δημιουργώντας προκαταβολικά την εικόνα, πως αν κάτι παράνομο συμβαίνει στον Άρειο Πάγο, αυτό αφορά την Προέδρο και όχι την Εισαγγελέα. Η αναφορά Αγγελή, ως νομικό επακόλουθο θα έχει προφανώς την εντολή πειθαρχικής έρευνας για τις σοβαρές καταγγελίες. Τέτοια εντολή εξαιτίας της εμπλοκής Ανώνατων λειουργών της Δικαιοσύνης, μπορεί να δώσει μόνο ο Υπουργός Δικαιοσύνης.
http://www.koutipandoras.gr/