Τα φημισμένα ρωσικά μπαλέτα Μοϊσέγιεφ, η διασημότερη ομάδα φολκλορικού χορού στον κόσμο, έρχεται στην χώρα μας στο πλαίσιο του αφιερωματικού «Έτους Ελλάδος-Ρωσίας 2016», φέρνοντας στις καλλιτεχνικές αποσκευές της, πέρα από το κλασικό πρόγραμμά της, και μία ευχάριστη έκπληξη:
Μία δική της φρέσκια προσέγγιση, ελληνικών χορών, πάνω σε συνθέσεις μεγάλων Ελλήνων δημιουργών, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Βασίλης Τσιτσάνης και ο Σταύρος Ξαρχάκος. Σε μία αρμονική, δημιουργική και εμπνευσμένη μίξη που αναμένεται να γοητεύσει και να ενθουσιάσει το ελληνικό κοινό.
Πασίγνωστα και αγαπημένα στη χώρα μας τα θρυλικά μπαλέτα Μοϊσέγιεφ επανέρχονται μετά από 12 χρόνια στην Ελλάδα για να δώσουν δύο παραστάσεις στο Ηρώδειο, στις 29 και 30 Ιουνίου, ενώ στη συνέχεια θα εμφανιστούν και στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης στις 4, 5 και 6 Ιουλίου.
Τα μπαλέτα ιδρύθηκαν το 1937 στη Μόσχα και αποτελούν το πρώτο επαγγελματικό συγκρότημα παραδοσιακών και λαϊκών χορών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, που μετράει, πλέον, σχεδόν 80 χρόνια ιστορίας. Ιδρυτής και καλλιτεχνικός διευθυντής τους ήταν ο χορογράφος και ερευνητής των παραδοσιακών χορών, Ιγκόρ Μοϊσέγιεφ ο οποίος έχει τιμηθεί με τον τίτλο του Καλλιτέχνη του λαού της ΕΣΣΔ, του Ήρωα της Σοσιαλιστικής Εργασίας, καθώς και με πολλά άλλα βραβεία και διακρίσεις.
Το μπαλέτο χαρακτηρίζεται από πολλούς ως ένα φολκλορικό χοροθέατρο και εγκυκλοπαίδεια χορού. Όχι αδίκως, αν σκεφτεί κανείς ότι στο ρεπερτόριό τους περιλαμβάνονται 300 διαφορετικοί χοροί. Μέχρι σήμερα, έχει ταξιδέψει σε περισσότερες από 60 χώρες γνωρίζοντας τεράστια αναγνώριση και αποδοχή.
Αρχικά, στην ομάδα συμμετείχαν ερασιτέχνες χορευτές, απόφοιτοι χορογραφικών σχολών και κάποιοι επαγγελματίες από το μπαλέτο Μπολσόι, δημιουργώντας, όμως, στην πορεία μία εξαιρετική και εξειδικευμένη σχολή, αφού και ο ίδιος ο Μοϊσέγιεφ είχε πάντα τη δυνατότητα να επιλέγει χορευτές τεχνικά άψογους.
Συνήθης πρακτική του ήταν η αναδημιουργία, σε δικές του χορογραφίες, παραδοσιακών ή ακόμη και μοντέρνων χορών, από τις χώρες τις οποίες επρόκειτο να επισκεφθεί το συγκρότημά του, ως ένα φόρο τιμής προς τη χώρα της φιλοξενίας τους. Η παρουσίαση αυτών των χορών ξεσήκωνε τα πλήθη που συνέρρεαν στις παραστάσεις.
Ενσωμάτωσε χορούς από την Ισπανία, την Κορέα, την Κίνα, τη Μογγολία, τη Γιουγκοσλαβία, την Αργεντινή κ.ά. Για την Ελλάδα χορογράφησε το περίφημο «Συρτάκι» του Ζορμπά, σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη και μέχρι σήμερα αποτελεί μέρος της παράστασής τους. Το 2001 δήλωνε χαρακτηριστικά: «Το να φέρουμε κοντά πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους είναι ο τελικός σκοπός των προσπαθειών μας.
Περισσότερα από 60 χρόνια η ανάπτυξη εθνικών δεσμών μέσω διαπολιτιστικής φιλίας είναι το κορυφαίο μήνυμα της δουλειάς μας. Έτσι γνωριζόμαστε καλύτερα και ανταλλάσσουμε πολιτιστικά επιτεύγματα, τα οποία είναι μέρος του παγκόσμιου πολιτισμού».
Ο συνδυασμός της λαϊκής χορευτικής παράδοσης με την τεχνοτροπία του μπαλέτου ήταν πρωτοποριακός και υπήρξε το κρίσιμο σημείο για τη μετάλλαξη των δημοτικών-λαϊκών χορών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης σε θεατρικό είδος. Η έντεχνη σκηνική παρουσία τους καλλιεργήθηκε από τον Μοϊσέγιεφ μέσω της εκπαίδευσης των χορευτών στο κλασικό μπαλέτο. Εντούτοις, η κολεκτιβιστική αναπαράστασή τους συνεχίστηκε, και έτσι διατήρησε το κύριο χαρακτηριστικό των παραδοσιακών χορών. Παρά τη νεωτεριστική απόδοσή τους πάνω σε σκηνές θεάτρων από επαγγελματίες χορευτές, ο Μοϊσέγιεφ δεν απομακρύνθηκε από τη λαϊκή παράδοση ως τη συλλογική έκφραση των ανθρώπων της.
Τίμησε τους λαούς του κόσμου με την εξιδανίκευση των χορών τους- την ενσαρκωμένη έκφραση των συναισθημάτων τους- πετυχαίνοντας να αποδώσει τα κυριότερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των λαών και των παραδόσεών τους. Ο ίδιος χαρακτήριζε τον εαυτό του ως προσωπογράφο των εθνών και έλεγε: «Προσπαθώ να είμαι λακωνικός και πειστικός, ώστε οι χοροί να αντανακλούν τον χαρακτήρα του έθνους. Από ένα πλήθος πληροφοριών δημιουργώ μία εκδοχή, η οποία ενσωματώνει τα πιο τυπικά και σημαντικά στοιχεία. Τα μικρότερης σημασίας τα εξαιρώ. Προσπαθώ να καταλάβω ένα έθνος, όχι μόνο από τους χορούς, αλλά και από τη μουσική, ιστορία, παραδόσεις και έθιμα. Μετά από όλα αυτά προσπαθώ να χρησιμοποιήσω τις δικές μου ικανότητες για να τονίσω ιδιαίτερες λεπτομέρειες, οι οποίες αντικατοπτρίζουν τον χαρακτήρα ενός έθνους ακόμη πιο ζωηρά. Όπως οι προσωπογράφοι, εξαιρώ τα ασήμαντα και τονίζω τα σημαντικά».
Τα μπαλέτα Μοϊσέγιεφ έχουν καταφέρει να παρουσιάζουν ένα από τα πλουσιότερα ρεπερτόρια του κόσμου, ενώ οι παραστάσεις τους χαρακτηρίζονται από φως, χρώματα, εορταστικό πνεύμα, αισιοδοξία για τη ζωή και την «εξύψωση» του ανθρώπου ως μέλος του κοινωνικού συνόλου. Ακόμη και σήμερα προκαλεί θαυμασμό η ισορροπία που πέτυχε ο Μοϊσέγιεφ στον συνδυασμό του αυθεντικού παραδοσιακού χορού και της θεατρικής αποτελεσματικότητας.