«Ναι, αλλά υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο»
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, ΕΙΔΗΣΕΙΣ 10:51:00 μ.μ.
ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΙΩΑΝΝΑΣ ΜΑΝΔΡΟΥ
Mέσ΄σε καπνούς και σε βρισιές και με τις προσωπικές ζωές ανωτάτων λειτουργών της Δικαιοσύνης να κρέμονται στα μανταλάκια, η ηρωική Ιωάννα Μάνδρου μετέδωσε πρώτη (από την συχνότητα του ΣΚΑΙ) από το μέτωπο την είδηση ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας με ψήφους 16 υπέρ και εννέα κατά έκανε δεκτές – παραδεκτές κατά τη νομική ορολογία – τις προσφυγές των καναλιών δίδοντας τη δυνατότητα στο δικαστήριο να εξετάσει την ουσία της υπόθεσης και να αποφανθεί για τη συνταγματικότητα ή μη του νόμου της κυβέρνησης για τις τηλεοπτικές άδειες.
Η Ολομέλεια που διεξήχθη σε φορτισμένο κλίμα λόγω της δημοσιοποίησης προσωπικών δεδομένων για αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας που ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων και προκάλεσε οργισμένες αντιδράσεις των μεγαλύτερων δικαστικών ενώσεων, προχώρησε και σήμερα στην εξέταση των πρώτων θεμάτων για τα μείζονα θέματα αντισυνταγματικότητας που έχουν τεθεί με τις προσφυγές.Σύμφωνα με πληροφορίες και κατά τη σημερινή διάσκεψη τα θέματα της πρωτοφανούς δημοσιοποίησης προσωπικών δεδομένων ανώτατου δικαστή, ετέθησαν και κατά τη διάσκεψη καθώς πολλοί δικαστές εξέλαβαν τις ανήκειες επιθέσεις ως μεθοδεύσεις εκβιαστικού τύπου για παραβίαση της συνείδησης δικαστικών που μετείχας στην κρίσιμη διάσκεψη.
Πάντως λόγω της ασθενείας δύο δικαστικών και της ανυπαρξίας άλλων αναπληρωτών μπορεί η υπόθεση ανά πάσα στιγμή να τιναχτεί στον αέρα, αν και κάποιος άλλος δικαστής δηλώσει κώλυμα για οποιονδήποτε λόγο, είτε για ασθένεια η πειθαρχική καταδίκη, όπως ο ελεγχόμενος αντιπρόεδρος.
Η αντίδραση των δικαστών στη λάσπη
«Οι δικαστές της χώρας παρακολουθούμε με αποτροπιασμό και εξαιρετική ανησυχία την κατάντια στην οποία διολισθαίνουν τα δημόσια ήθη. Με δημοσιεύματα που δεν έχουν να κάνουν με το δημόσιο συμφέρον, την λειτουργία της ενημέρωσης και την εξυπηρέτηση της αλήθειας, η ιδιωτική ζωή ενός ανθρώπου, δικαστή εγνωσμένου κύρους, υποκλέπτεται, διαστρέφεται και προσφέρεται βορά στον καραδοκούντα κίτρινο τύπο και το μέρος της κοινής γνώμης που διαμορφώνεται από αυτόν, φαινόμενο άκρως νοσηρό που συνδέεται με μεθόδους που μετέρχονται φασιστικά καθεστώτα», αναφέρουν, σε ιδιαίτερα υψηλούς τόνους οι Ενώσεις, κάνοντας λόγο για «προσπάθεια εκβιασμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμούν μείζονος σημασίας υποθέσεις» και για επιστράτευση «του συνηθισμένου όπλου στην φαρέτρα μιας ακόμη μορφής διαπλοκής (κίτρινη δημοσιογραφία- οικονομικά ή και άλλα συμφέροντα) για την ικανοποίηση άνομων επιδιώξεών της».
«Η άμεση αντίδραση της πολιτείας και κατεξοχήν της δικαιοσύνης στη δημοσιοποίηση στοιχείων της προσωπικής ζωής δικαστή του Συμβουλίου της Επικρατείας που τυγχάνει, όλως συμπτωματικά, εν προκειμένω να συμμετέχει και στη συνεδρίαση σχετικά με τη συνταγματικότητα των νομοθετικών παρεμβάσεων στο τηλεοπτικό τοπίο είναι αυτονόητα επιτακτική και αναγκαία», προσθέτει οι δύο Ενώσεις και καταλήγουν:
«Τέλος εν συνεχεία της χθεσινής παραγγελίας του Υπουργού Δικαιοσύνης, σχετικά με την έρευνα της υπόθεσης που βεβαίως δεν άπτεται στην έτσι και αλλιώς συνταγματικά κατοχυρωμένη απαραβίαστη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής, πιστεύουμε ότι με την πρέπουσα αμεροληψία, νηφαλιότητα και μυστικότητα, όπως άλλωστε αρμόζει και ο νόμος ορίζει θα ενεργοποιηθούν τα αρμόδια όργανα της δικαιοσύνης. Ανεξάρτητα όμως από την έρευνα αυτή και το αποτελέσματά της η συντελεσμένη ήδη βάναυση προσβολή στα ήθη και στον πολιτισμό της χώρας, πρέπει να βρει την άμεση απάντησή της τόσο στον ποινικό νόμο όσο και στη συνείδηση των πολιτών».
«Ναι, αλλά υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο»
Ακολουθεί ένα άρθρο του Βασίλη Φλωρίδη από τα Νομικά Χρονικά που πρέπει να διαβάσεις!
Ο Βασιλιάς της Πρωσίας Φρειδερίκος ο Μέγας είχε παλάτι το Σαν Σουσί στο Πότσδαμ. Δίπλα στο παλάτι του υπήρχε ένας ανεμόμυλος που έκανε θόρυβο και δεν άφηνε το Βασιλιά να κοιμηθεί ήσυχα. Ο Βασιλιάς ζήτησε να αγοράσει τον ανεμόμυλο, όμως ο μυλωνάς αρνήθηκε, επειδή τον θεωρούσε ιερή κληρονομιά. Ο Φρειδερίκος ο Μέγας τον απείλησε ότι θα πάρει τον μύλο με τη βία. Ο μυλωνάς δεν πτοήθηκε καθόλου και απάντησε με τη φράση που έμεινε παροιμιώδης «Ναι, αλλά υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο». Ο Βασιλιάς δεν θύμωσε καθόλου. Αντίθετα, ικανοποιήθηκε για την εμπιστοσύνη που έτρεφε ο λαός του στη Δικαιοσύνη της χώρας του.
Λέγεται ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης απέφευγε πάντα να αντιδικεί στα Δικαστήρια της Αγγλίας. Όπως έλεγε πάντα στους συνεργάτες του, «Μακριά από τους Άγγλους Δικαστές αυτοί δεν αστειεύονται».
Τι να είναι άραγε αυτό που έκανε τους δικαστές του Βερολίνου και τους Άγγλους δικαστές να θεωρούνται τόσο ικανοί και αποτελεσματικοί; Η αλήθεια είναι ότι σε όσες επιστημονικές συναντήσεις και συνέδρια συμμετέχουν Έλληνες δικαστές και εισαγγελείς, τόσο στη χώρα μας όσο και σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης, και στα οποία συμμετέχουν Ευρωπαίοι δικαστές, καθηγητές Πανεπιστημίου ή δικηγόροι, δεν διαπιστώσαμε να υπάρχουν αυτές οι τόσο ξεχωριστές επιστημονικές τοποθετήσεις σε σχέση με τους Έλληνες συμμετέχοντες, είτε αυτοί ήταν δικαστικοί λειτουργοί, είτε δικηγόροι είτε καθηγητές της Νομικής Σχολής.
Άποψή μου είναι ότι το επίπεδο της νομικής σκέψης στη χώρα μας είναι κατά παράδοση πολύ υψηλό. Οι Έλληνες νομικοί (δικαστικοί λειτουργοί, πανεπιστημιακοί και δικηγόροι) διαθέτουν υψηλού επιπέδου κατάρτιση και μπορούν εύκολα να ανταγωνιστούν τους Ευρωπαίους συναδέλφους τους
αλλά και σε σχέση με τις δικαστικές αποφάσεις, ποινικές και πολιτικές, τις οποίες διαβάζουμε στον ξένο αλλά και στον ελληνικό τύπο, τα τελευταία μάλιστα χρόνια και στο διαδίκτυο, ακόμη δε και τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ή του Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Άποψή μου είναι ότι τα βουλεύματα και οι αποφάσεις των δικαστηρίων μας, πολιτικές και ποινικές, σε τίποτα, δεν υστερούν έναντι των αποφάσεων των δικαστηρίων των Ευρωπαϊκών χωρών. Στη συντριπτική τους πλειονότητα αποτελούν πραγματικά μνημεία νομικής σκέψης και ευθικρισίας.
Τι είναι λοιπόν αυτό που κάνει τους δικαστικούς λειτουργούς των άλλων Ευρωπαϊκών Κρατών να ξεχωρίζουν; Ασφαλώς είναι η θεσμική τους θωράκιση, τόσο σε οργανωτικό όσο και σε λειτουργικό επίπεδο.
Η μεγαλύτερη κακοδαιμονία που μαστίζει τη χώρα μας και την εισπράττει πρώτη από όλους η Δικαιοσύνη, είναι βέβαια Πολυνομία.
Η πολυνομία κάνει ευχερέστερη τη νομοθετική αυθαιρεσία και αυτή με τη σειρά της καλλιεργεί τη μεροληψία και τη γραφειοκρατία που αποτελούν βαρύτατο νόσημα του κρατικού οργανισμού. Επιτείνει τη συνηθισμένη νομοθετική ασάφεια και μεταβάλλει τη γραφειοκρατία σε μάστιγα για τον πολίτη, τον οποίο θεωρεί εξ ορισμού ένοχο.
Όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο Τάκιτος Γάϊος, «Όσο πιο διεφθαρμένη είναι μία πολιτεία, τόσο περισσότερους νόμους θεσπίζει».
Το ότι επιβίωσε και επιβιώνει η Ελληνική Δικαιοσύνη όλα αυτά τα χρόνια οφείλεται αποκλειστικά στον πατριωτισμό των Ελλήνων δικαστικών λειτουργών. Διότι, είναι γεγονός, μόνο πραγματικοί πατριώτες θα μπορούσαν να αντέξουν κάτω από τέτοιες συνθήκες εργασίας. Και αυτό οφείλεται, κατά τη γνώμη μου, κυρίως στο ότι η Ελληνική Δικαιοσύνη (και επειδή στη χώρα μας η θέση του δικαστή δεν είναι ένα καλοπληρωμένο «ονόρε», όπως σε άλλες χώρες) στελεχώνεται σταθερά όλα αυτά τα χρόνια από τα άτομα που προέρχονται από χαμηλού εισοδήματος κοινωνικές τάξεις της Ελληνικής Κοινωνίας, άτομα δηλ. με ανεπτυγμένη κοινωνική ευαισθησία.
Πρόσφατα, και με αφορμή μεταπτυχιακές σπουδές μου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, γνώρισα μια ομάδα τεσσάρων νέων δικηγόρων, μεταπτυχιακών φοιτητών. Από τη γνωριμία μας διέκρινα σ’ αυτούς πολλά προσόντα (ψυχικά και επιστημονικά) και προσπάθησα να τους στρέψω προς το Δικαστικό Κλάδο, ώστε να δώσουν εξετάσεις στη Σχολή Δικαστών. Όλοι αρνήθηκαν κατηγορηματικά. Η μία μού απάντησε ότι είχε ήδη δημιουργήσει οικογένεια και μάλιστα πρόσφατα είχε τεκνοποιήσει και δεν ήθελε με τίποτε να μπει στη διαδικασία των μεταθέσεων και να βρίσκεται μακριά από την οικογένειά της. Ο δεύτερος μού είπε ότι προτιμάει μία πιο ήσυχη επαγγελματική ζωή, χωρίς ευθύνες και σκοτούρες, και γι’ αυτό προετοιμάζεται να δώσει εξετάσεις στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης. Οι άλλοι δύο απάντησαν ότι προετοιμάζονται να δώσουν εξετάσεις υπάλληλοι στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Όπως χαρακτηριστικά μου είπαν, από έρευνα που έκαναν διαπίστωσαν ότι ο πρώτος μισθός ενός κοινοτικού υπαλλήλου πανεπιστημιακής εκπαίδευσης είναι κατά 1.500 € περίπου μεγαλύτερος από τον μισθό που λαμβάνει σήμερα ο Έλληνας Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Σε λειτουργικό επίπεδο, τα παράπονα των Ελλήνων δικαστικών λειτουργών είναι, κατά την άποψή μου, δύο:
1ον: Δεν επιθεωρούνται με αντικειμενικά και ουσιαστικά κριτήρια. Η Επιθεώρηση των δικαστηρίων κατάντησε με το χρόνο και σε μεγάλο βαθμό προϊόν δημοσίων σχέσεων. Υπηρετούν στα δικαστήριά μας σήμερα δικαστικοί λειτουργοί με εξαιρετικά ουσιαστικά και τυπικά προσόντα και περνούν απαρατήρητοι από όλους τους Επιθεωρητές του Αρείου Πάγου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα: Πρόσφατα απολύθηκε από το Δικαστικό Σώμα δικαστής λόγω παρατεταμένης υπηρεσιακής ανεπάρκειας. Κι όμως το άτομο αυτό έχει αξιολογηθεί από Επιθεωρητές και με εξαίρετη έκθεση.
2ον: Απογοητεύονται διότι δεν λειτουργεί η αυτόματη αυτοκάθαρση των δικαστηρίων γι’ αυτούς τους ολίγους που ξεστρατίζουν στην πορεία είτε στον τομέα του ήθους είτε στον τομέα της υπηρεσιακής απόδοσης. Και αυτό για το Δικαστικό Σώμα είναι πρόκληση, αλλά και απογοήτευση. Οι δικαστές βιώνουν την αδικία μέσα στον ίδιο τους τον Κλάδο.
Μετά από 16 χρόνια υπηρεσίας στον Εισαγγελικό Κλάδο, κατέληξα ότι οι απαιτήσεις μου για τα προτερήματα ενός καλού δικαστικού λειτουργού δεν είναι πολλές. Αντίθετα, είναι λίγες και περιορίζονται: σε ένα ισορροπημένο άνθρωπο με όρεξη για προσπάθεια και αγώνα, με χαρακτήρα που αποτελεί μίγμα ιδεαλισμού και ρεαλισμού και που διαθέτει την κοινή λογική.
Τρέμω στην ιδέα ότι μπορεί μια μέρα να κριθώ από έναν πάναγνο, από έναν αλάθητο δικαστή. Προτιμώ τον δικαστικό λειτουργό με τις ανθρώπινες αδυναμίες.
Και είναι, πράγματι, εντυπωσιακή η πρόβλεψη που υπάρχει στο Σύνταγμα της Μασαχουσσέτης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής που αναφέρει ότι: «Αποτελεί δικαίωμα κάθε πολίτη να δικάζεται με τρόπο τόσο απροκατάληπτο και αμερόληπτο, όσο η μέση ανθρώπινη κρίση».
http://kourdistoportocali.com/

