ΣΤΟ... ΔΑΦΝΙ Ο ΠΛΟΙΑΡΧΟΣ ΤΗΣ ΗΡΩΪΝΗΣ ΓΙΑΝΝΟΥΣΑΚΗΣ!
ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ ΝΤΑΣΚΑΣ, ΕΛΛΑΔΑ, ΡΟΗ, ΥΠΟΘΕΣΗ NOOR 1 7:05:00 μ.μ.
Οπως είναι γνωστό ο Γιαννουσάκης που έχει καταδικαστεί σε ισόβια για τους 2 (ή 3;) τόνους ηρωίνης βρίσκεται εδώ και καιρό στο επίκεντρο μιας διαμάχης, στην οποία ενεπλάκησαν απο διαφορετικές κατευθύνσεις πρόσωπα της Δικαιοσύνης, της πολιτικής, της επιχειρηματικότητας και της δημοσιογραφίας.
Ως τώρα φαίνεται να λειτούργησε, υπό το προφανές κράτος φόβου ως εκκρεμές καταθέτοντας εκ διαμέτρου αντίθετα από τη μία κατάθεση στην άλλη.
Η Εισαγγελέας πριν λίγες ημέρες κατήγγειλε επίσημα ότι είναι στόχος απειλών και παρακολουθήσεων και συσχέτισε την υπόθεση αυτή με την υπόθεση των ναρκωτικών, η οποία κορυφώνεται με σφοδρή ανταλλαγή νομικών και λεκτικών πυρών μεταξύ του επιχειρηματία Βαγγέλη Μαρινάκη και του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου.
Ο Μάκης με συνεχή ρεπορτάζ του κατηγορεί τον Γιαννουσάκη ότι άλλαξε απο φόβο και όσα είπε στον ίδιο για την υπόθεση των ναρκωτικών και όσα κατέθεσε αρχικά.
Το βράδυ της δολοφονίας του μεγαλοδικηγόρου Μιχάλη Ζαφειρόπουλου ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος κατέθεσε μήνυση εναντίον του Βαγ. Μαρινάκη και τον κατηγορεί ότι του επιτέθηκε φραστικά κλπ, ενώ η πλευρά Μαρινάκη τα διαψεύδει.
Ομως σε αντίθεση με την Βίκυ, η οποία ουσιαστικά αφέθηκε ελεύθερη να αποδράσει να "κάνει μια δουλειά"(οικονομική;) και να γυρίσει ουσιαστικά μόνη της, ο Γιαννουσάκης βρίσκεται υπό δρακόντεια μέτρα ασφαλείας τόσο στην περίμετρο του χώρου κράτησης, όσο και στο εσωτερικό.
Σημειώνουμε ότι ο Γιαννουσάκης είχε ζητήσει μέτρα προστασίας (σύντομη αποφυλάκιση και ζωή α λα Σαβιάνο), αλλά το αίτημα αυτό δεν έγινε δεκτό, διότι ως σήμερα δεν είχε αποκαλύψει κάτι σοβαρό και αποδεδειγμένο.
Την δραματική τροπή με το Δαφνί και όσα αυτό συνεπάγεται για το μέλλον υπογραμμίζει ένα ρεπορτάζ που είχε δημοσιευθεί στο "ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ" για το δοξασμένο παρελθόν και τη χλιδάτη ζωή του Γιαννουσάκη.
Έγραψε μεταξύ άλλων :
Σεπτέμβριος του 1999. Ενας νεαρός, γύρω στα 25, με στυλιζαρισμένη κόμμωση και μερικά παραπανίσια κιλά, ετοιμάζεται για το πρώτο επιχειρηματικό βήμα. Είναι ο γιος του Μιχάλη Γιαννουσάκη, ιδιοκτήτη εταιρείας διακίνησης πετρελαίου και ταυτόχρονα αφεντικού του διαχρονικού «Mike’s Irish Bar» στη διασταύρωση των οδών Σινώπης 6 και Εβρου στους Αμπελοκήπους, πίσω από τον Πύργο των Αθηνών.
Ο νεαρός Μάκης διαθέτει μια σχετική οικονομική άνεση, δεν έχει όμως το αναγκαίο και επαρκές κεφάλαιο που απαιτείται για να επιχειρήσει το δικό του μεγάλο άνοιγμα στον χώρο της εστίασης. Τότε ένα μεγαλοστέλεχος μεγάλης εταιρείας κέτερινγκ του προτείνει να συνεργαστούν. Του ζητά να σκεφτεί το ενδεχόμενο να ανοίξουν μαζί ένα κατάστημα της γνωστής αλυσίδας παγωτών Haagen-Dazs στο ανερχόμενο εκείνη την εποχή Κεφαλάρι.
Ο 25χρονος ενθουσιάζεται με την προοπτική να αποκτήσει μερίδιο σε ένα υποκατάστημα μιας παγκοσμίως γνωστής φίρμας. Από την άλλη, ξέρει πως δεν έχει όσα χρήματα χρειάζονται για να αποκτήσει τους δικούς του πόντους στην επιχείρηση.
Απευθύνεται, εξ ανάγκης, στον πλούσιο πεθερό του ζητώντας οικονομική ενίσχυση. Ο έμπορος διαμαντιών, Νίκος Σταματιάδης, ένας πανέξυπνος και δραστήριος επιχειρηματίας που έκανε μεγάλη περιουσία στην Αφρική, δεν του χαλάει χατίρι. Ας όψεται η μεγάλη αδυναμία που τρέφει για την κόρη του και σύζυγο του Μάκη Γιαννουσάκη, Τίνα Σταματιάδη.
Ο πεθερός του Γιαννουσάκη, έμπορος διαμαντιών, Νίκος Σταματιάδης, ο οποίος έκανε μεγάλη περιουσία στην Αφρική
Ο Σταματιάδης, λένε όσοι τον γνώρισαν, ήταν πάντοτε ανοιχτοχέρης, ειδικά με τους δικούς του ανθρώπους. Στο πρόσωπο του γαμπρού του έβλεπε έναν ικανό, έξυπνο και φιλόδοξο άνδρα. Με λίγα λόγια, πίστευε σ’ αυτόν και τις ικανότητές του. Και από λεφτά, ο ίδιος «το φύσαγε». Πέρα από ιδιοκτήτης πάμπολλων ακινήτων, ήταν γνωστός σε συγκεκριμένους κύκλους για τα μεγάλα στοιχήματα που έπαιζε σε παρτίδες τάβλι με άλλους πάμπλουτους συμπαίκτες, αλλά και για την άμεση καταβολή των υπέρογκων ποσών, επειδή συνήθως έχανε. Οταν επέστρεψε στην πατρίδα από το Καμερούν και εγκαταστάθηκε αρχικά με ενοίκιο στη Φιλοθέη, οι επίσης εύποροι περίοικοι είχαν εντυπωσιαστεί με την οικονομική άνεση ενός ανθρώπου στου οποίου το ισόγειο του τρίπατου σπιτιού διέμεναν καμιά δεκαριά μαύροι υπηρέτες. Προφανώς τους είχε φέρει μαζί του από την Αφρική.
Στο πρώτο σπίτι, πάντως, της οδού Κεχαγιά ο επιχειρηματίας δεν έμεινε για καιρό αφού έβαλε μπρος την κατασκευή ιδιόκτητης βίλας σε προνομιακό διπλό οικόπεδο στην οδό Αθανασίου Διάκου 9-11, εντυπωσιάζοντας πάλι τους εφοπλιστές, επιχειρηματίες και βιομηχάνους γείτονές του με το μεγαθήριο που ανέγειρε. Μια έπαυλη 2.000 τ.μ., τη μεγαλύτερη στην κομψή αυτή γειτονιά, με μεγάλη εξωτερική πισίνα και επτά τουλάχιστον αποθήκες. Στους πάνω ορόφους, ωστόσο, οι τοίχοι της βίλας ήταν διακοσμημένοι με βαλσαμωμένα κουφάρια άγριων ζώων τα οποία είχε σκοτώσει κατά καιρούς ο επιχειρηματίας στις σαβάνες της Αφρικής, από την ενασχόλησή του με το αγαπημένο του χόμπι: το σαφάρι.
Σε αυτή τη βίλα φιλοξενείται το ζευγάρι της κόρης του Τίνας και του γαμπρού του Μάκη στα πρώτα χρόνια του γάμου τους. Οι δυο τους γνωρίζονται από την εποχή που πήγαιναν μαζί σχολείο, παντρεύονται το 1993 και κάνουν δύο παιδιά, τον Νίκο και τον Μιχάλη. Η Τίνα Σταματιάδη είναι μια όμορφη, κοινωνική και ιδιαίτερα ευχάριστη στην παρέα γυναίκα, που τρέφει μεγάλη αδυναμία στον πατέρα της, εμπιστεύεται τυφλά τον σύζυγό της και λατρεύει τους δύο γιους της.
Με την οικονομική αρωγή του πεθερού του ο Μάκης Γιαννουσάκης, μόλις στα 25 του χρόνια, βρίσκεται με το 50% μιας πολλά υποσχόμενης και σύντομα κερδοφόρας επιχείρησης, που στήνεται πάνω στο ένα από τα δύο «μπράτσα» του πολυτελούς ξενοδοχείου «Theoxenia Palace» στο Κεφαλάρι. Η γρήγορη επιτυχία του πρώτου εγχειρήματος του ανοίγει την όρεξη και έτσι η δημιουργία ενός δεύτερου καταστήματος της επωνυμίας Haagen-Dazs γίνεται γρήγορα πραγματικότητα. Το εγκαινιάζει στο Κολωνάκι, στον χώρο όπου μετέπειτα εγκαταστάθηκε το γνωστό καφέ-εστιατόριο «JK», ιδιοκτησίας του επιχειρηματία Γιάννη Κολοκυθά, ο οποίος κάποια στιγμή συνεταιρίστηκε με τον Μάκη Γιαννουσάκη αποκτώντας ποσοστό του μπαρ-εστιατορίου «Κλικ».
Εχοντας γλυκαθεί από την επιτυχία και το χρήμα, ο Γιαννουσάκης μπαίνει φουριόζος στις μπίζνες. Αν και το Haagen-Dazs στο Κολωνάκι δεν έχει την ανάλογη επιτυχία με αυτό του Κεφαλαρίου και μετά από περίπου έναν χρόνο λειτουργίας κλείνει εξαιτίας και του υψηλού ενοικίου -περίπου 4 εκατ. δρχ.-, ο ίδιος δείχνει αποφασισμένος να επεκταθεί. Σκέφτεται σοβαρά να εισέλθει και στον χώρο της νύχτας. Εκείνη την περίοδο ο ιδιοκτήτης του «Theoxenia» Σάκης Δανάλης, σε μια από τις συζητήσεις που είχε μαζί του, τον ενημερώνει ότι και το δεύτερο «μπράτσο» του ξενοδοχείου είναι ελεύθερο. Δεδομένης της αγαστής συνεργασίας που είχαν εκείνο τον καιρό, τον ρωτά αν σκέφτεται να το εκμεταλλευτεί. Η ιδέα που πέφτει στο τραπέζι αφορά το άνοιγμα ενός καφέ-μπαρ- εστιατορίου υψηλών προδιαγραφών με γκουρμέ κουζίνα, που θα εξυπηρετεί τόσο τους πελάτες του ξενοδοχείου όσο και αυτούς που αναζητούν ποιότητα στο φαγητό και στη διασκέδαση. Εν τω μεταξύ η γνωριμία του με τον πρώην εκδότη της lifestyle αυτοκρατορίας Αρη Τερζόπουλο αποδεικνύεται καταλυτική για το συγκεκριμένο εγχείρημα. Και συνέβη, όπως θα πει παρακάτω ο πρώην εκδότης, εντελώς τυχαία. Οι δύο άνδρες συναντήθηκαν στο Haagen-Dazs επειδή ο εκδότης συνήθιζε να πίνει εκεί τον καφέ του, έναν εσπρέσο τον οποίο συνόδευε πάντα με μια Coca-Cola. Πάνω σε μια κουβέντα, στην οποία παρών ήταν και ο πεθερός του Μάκη Γιαννουσάκη, Νίκος Σταματιάδης, αμφότεροι αντιλαμβάνονται πως έχουν κοινό όραμα: τη δημιουργία ενός μαγαζιού υψηλής αισθητικής που θα λειτουργεί από νωρίς το πρωί σερβίροντας καφέ και πρωινά εδέσματα, το μεσημέρι θα μετατρέπεται σε ιδανικό πόστο για επαγγελματικά γεύματα, ενώ το βράδυ, με τον κατάλληλο φωτισμό, θα μεταμορφώνεται σε ένα ατμοσφαιρικό μπαρ-εστιατόριο που δεν θα έχει σε τίποτα να ζηλέψει αυτά της Νέας Υόρκης.
Ο Γιαννουσάκης εξηγεί αναλυτικά στον Τερζόπουλο τα σχέδιά του και ο εκδότης, που πάντα ήθελε να ασχοληθεί με τον τομέα της εστίασης και να δημιουργήσει ένα μπαρ-εστιατόριο που θα φέρει τη δική του υπογραφή, προτείνει: «Να το ονομάσουμε “Κλικ”, όπως και το περιοδικό». Η ιδέα του Τερζόπουλου να ταυτιστεί το μαγαζί με το πλέον επιτυχημένο lifestyle περιοδικό των 90ς, αλλά και την ομώνυμη ραδιοφωνική συχνότητα, μοιάζει ελκυστική. Είναι οι εποχές που το χρήμα ρέει άφθονο στην αγορά και οι τάσεις στη διασκέδαση εκσυγχρονίζονται. Οι δυο τους συνεταιρίζονται και το «Κλικ» ανοίγει τις πόρτες του τον Σεπτέμβριο του 2000. Από την πρώτη κιόλας μέρα της λειτουργίας του σημειώνεται κοσμοσυρροή.
Ως ιδιαίτερα ευχάριστη στην παρέα περιγράφεται η πρώην σύζυγος του Μάκη Γιαννουσάκη, Τίνα Σταματιάδη
Οι μετοχές του «Κλικ» στο χρηματιστήριο της νυχτερινής διασκέδασης ανεβαίνουν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Γνωστά μοντέλα της εποχής κάνουν το πέρασμά τους σχεδόν σε καθημερινή βάση και με διαφορετικό συνοδό, δίνοντας τροφή στα περιοδικά της καλόπιστης κοινωνικής κριτικής.
Μεγαλοεπιχειρηματίες, πολιτικοί, ηθοποιοί και τραγουδιστές, μέχρι και αποστολές ελληνικών και ξένων ποδοσφαιρικών ομάδων συνωστίζονται στους αναπαυτικούς δερμάτινους καφέ καναπέδες του. Αναπόφευκτα κάποια στιγμή η φήμη του «Κλικ» ξεπερνά τα όρια των βορείων προαστίων και φτάνει στο σημείο να προσελκύει πελατεία από το Φάληρο και τη Γλυφάδα. Αν και η παρουσία του διανοούμενου εκδότη Αρη Τερζόπουλου στο «Κλικ» δεν είναι αρκετά συχνή, ο κόσμος που έρχεται εξαιτίας της προσωπικής και επαγγελματικής του διαδρομής προέρχεται -σύμφωνα με την ποδοσφαιρική γλώσσα κατά τη διάρκεια της μετεγγραφικής περιόδου- «από το πάνω ράφι». Η συνεργασία του Μάκη Γιαννουσάκη με τον Αρη Τερζόπουλο διαρκεί περίπου δύο χρόνια. Εμελλε, όμως, να τερματιστεί άδοξα, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του τελευταίου. Ο Αρης Τερζόπουλος υποστηρίζει ότι ο συνεταίρος του είχε μπλέξει με τον τζόγο, ενώ άφηνε αιχμές και για παρατυπίες στο ταμείο της επιχείρησης.
«Με τον Μάκη γνωριστήκαμε τυχαία και κάπως έτσι ξεκίνησε και η συνεργασία μας. Μου είχε προτείνει να συνεργαστούμε ανοίγοντας το “Κλικ” και τότε ήταν μια εποχή που ήθελα να ασχοληθώ με τις δουλειές των εστιατορίων.
Ο Μάκης Γιαννουσάκης στο «Κλικ»
Η πρώην σύζυγος του Γιαννουσάκη με τον νυν σύντροφό της και επίσης συλληφθέντα Στάθη Μιχάλαινα |
Πάντα μου άρεσε, και μου αρέσει ακόμα, αυτή η δουλειά. Το μαγαζί όντως είχε μεγάλη επιτυχία. Μετά από έναν χρόνο, όμως, μαθαίνω ότι ο συνεταίρος μου είχε μπλεξίματα με τον τζόγο. Είχα αρχίσει να παρατηρώ και κάποια ελλείμματα στο ταμείο. Ετσι, μετά από δυο χρόνια, αποφάσισα να χωρίσουν οι δρόμοι μας». Οσοι έζησαν από κοντά τον Μάκη Γιαννουσάκη εκείνη την εποχή αναφέρονται σε έναν άνθρωπο χαμηλών τόνων, ντόμπρο και μετρημένο στις κινήσεις του. Κάνουν λόγο για έναν κλειστό χαρακτήρα που ανοίγεται μόνο στους λίγους και καλούς του φίλους. Δείχνει γενναιοδωρία στο προσωπικό του στα μαγαζιά και είναι τυπικός στις υποχρεώσεις που έχει απέναντί τους. Για τον υπόλοιπο κόσμο θεωρείται απρόσιτος. Αλλοι πάλι τον χαρακτηρίζουν υπέρμετρα φιλόδοξο και άπληστο σε ό,τι έχει να κάνει με το χρήμα. Ακόμη πως διακατέχεται από άγνοια κινδύνου. Δεν είναι, όμως, λίγοι εκείνοι που σημειώνουν ότι δείχνει ιδιαίτερα ευέξαπτος, καλώντας μάλιστα σωματοφύλακες για ψύλλου πήδημα.
ntokoumenta.gr